Ο Ερίκ Αζάν ήθελε να εκδίδει μόνο τα ανατρεπτικά βιβλία που του άρεσαν

Παναγιώτης Σωτήρης

Ο Ερίκ Αζάν δεν ξεκίνησε από τον εκδοτικό χώρο. Μέχρι τα 47 του ασχολήθηκε κυρίως με την ιατρική, αφού ήταν χειρούργος. Όμως, πάντα έλεγε ότι ήταν κάτι που επί της ουσίας δεν το άντεχε. To 1983 επέλεξε να αναλάβει την οικογενειακή εκδοτική επιχείρηση, Editions Hazan, που εξειδικευόταν στις εκδόσεις τέχνης. Ωστόσο, ούτε αυτό τον ικανοποιούσε και τελικά επέλεξε το 1997 να πουλήσει τον εκδοτικό οίκο στην Hachette.

Γιατί ο Ερίκ Αζάν δεν ήθελε απλώς να εκδίδει βιβλία. Ήθελε να εκδίδει τα βιβλία που του άρεσαν. Και για να του αρέσει ένα βιβλίο, έπρεπε να είναι ένα βιβλίο ανατρεπτικό και συγκρουσιακό, προκλητικό και σύμφωνο με τη δική του στρατευμένη ιδεολογική οπτική, δηλαδή την ξεροκέφαλα ακροαριστερή τοποθέτησή του.

Άλλωστε, αυτό που αντιστοιχούσε και στη δική του διαδρομή. Γεννημένος σε μια εβραϊκή οικογένεια, με ρίζες στη Μέση Ανατολή, η μητέρα του είχε γεννηθεί στην Παλαιστίνη και ο πατέρας του είχε καταγωγή από την Αίγυπτο, θα περάσει την κατοχή στην ελεύθερη ζώνη όπου θα καταφύγουν οι γονείς του, στην Αντίμπ. Θα σπουδάσει ιατρική και εξειδικευτεί στην καρδιοχειρουργική. Ιδιαίτερα πολιτικοποιημένος από τη νεότητα του, αρχικά θα είναι κοντά στο κομμουνιστικό κόμμα για να μετατοπιστεί αργότερα προς τα αριστερά. Θα υποστηρίξει τον αγώνα του FLN στην Αλγερία και σε όλη του τη ζωή θα είναι ένας σθεναρός υποστηρικτής του αγώνα των Παλαιστινίων και του κινήματος BDS (μποϊκοτάζ, αποεπένδυση, κυρώσεις)

Όταν λοιπόν αποφασίσει να προχωρήσει στην ίδρυση των εκδόσεων La fabrique οι στόχοι που έβαλε ήταν πολύ συγκεκριμένοι. Θα εξέδιδε τα βιβλία που ήθελε και μόνο και δεν θα χρωστούσε ούτε δεκάρα στις τράπεζες.

Και έτσι άρχισαν να εμφανίζονται τα βιβλία, με τη χαρακτηριστικά γραμματοσειρά Rockwell στον τίτλο και τις περισσότερες φορές χωρίς εικονογράφηση στα χαρακτηριστικά μονόχρωμα εξώφυλλα. Τα γραφεία του εκδοτικού οίκου ταπεινά, στο στην εσωτερική αυλή ενός κτιρίου στη Μπελβίλ, σε ένα σημείο που ακόμη θυμίζει το λαϊκό Παρίσι που αγαπούσε. Το προσωπικό περιορισμένο στο απαραιτήτως αναγκαίο.

Στους συγγραφείς των βιβλίων των εκδόσεων La fabrique περιλαμβάνονται μερικοί από τους πιο γνωστούς εκπροσώπου της ριζοσπαστικής γαλλικής θεωρίας είτε από τη γενιά της δεκαετίας του 1960 είτε από την πιο πρόσφατη παραγωγή από τον Αλαίν Μπαντιού, τον Ντανιέλ Μπενσαΐν και τον Ζακ Ρανσιέρ, μέχρι τον Έντσο Τραβέρσο, τον Φρεντερίκ Λορντόν, τη Φρανσουάζ Βερζέ και τη Χουριά Μπουτελτζά. Δεν θα διστάσει να δώσει βήμα στην ομάδα διανοουμένων και ακτιβιστών που αποτέλεσαν την «Αόρατη Επιτροπή» (Comité invisible) και που κάποια στιγμή θα κατηγορηθούν και για πράξεις σαμποτάζ. Σημαντικό ρόλο θα παίζουν και οι μεταφράσεις βιβλίων από τον Έντουαρντ Σαΐντ και τον Ίλαν Πάπε μέχρι τον Άντρεας Μαλμ. Ενώ δεν λείπουν και οι εκδόσεις κλασικών κειμένων από τον Ροβεσπιέρο και τον Ωγκύστ Μπλανκί μέχρι τους Μαρξ και Ένγκελς.

Σε μια εποχή που η γαλλική διανοητική σκηνή γινόταν ολοένα και πιο κομφορμιστική και η δυσανεξία απέναντι στον κοινωνικό και πολιτικό ριζοσπαστισμό εντεινόταν, οι εκδόσεις La fabrique αποτελούσαν μια εξαίρεση και με αυτό τον τρόπο αποτελούσαν και ένα σημείο αναφοράς για μια νεότερη γενιά ερευνητών και ακτιβιστών. Καθόλου τυχαία και για ένα διεθνές κοινό, έγιναν συνώνυμες με ό,τι το πραγματικά ενδιαφέρον και ριζοσπαστικό στη σύγχρονη γαλλική διανοητική σκηνή.

Εκτός, όμως, από όλα αυτά ο Ερίκ Αζάν είχε και ένα σημαντικό συγγραφικό έργο. Η «Λαϊκή ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης» που είχε γράψει αποτελεί ένα μνημειώδη παρουσίαση αυτής της μοναδικής ιστορικής ακολουθίας. Τα βιβλία του για το Παρίσι, την αγαπημένη πόλη του, που την είχε περπατήσει και εξερευνήσει με κάθε δυνατό τρόπο, θεωρούνται επίσης ιδιαίτερα ξεχωριστά, το ίδιο και η «Ιστορία του οδοφράγματος» που έγραψε. Όσο για τα πολιτικά κείμενα που έγραψε, έδειχναν πάντα την προσήλωσή του σε ένα δρόμο ανατρεπτικό και εξεγερσιακό.

Οι εκδόσεις La fabrique σε λίγο θα φτάσουν τους 250 τίτλους και ο Αζάν είχε φροντίσει εδώ και μερικά χρόνια τη διαχείριση να την αναλάβουν δύο εργαζόμενοι του εκδοτικού οίκου, η Στελά Μαλιανί-Μπελκασέμ και ο Ζαν Μορισό, πράγμα που σημαίνει ότι οι εκδόσεις La fabrique θα συνεχίσουν με την ίδια μαχητικότητα και μετά τον θάνατο του ιδρυτή τους.