Η πολιτική του ΚΚΕ απέναντι στο Κυπριακό ζήτημα: από την εξέγερση του ’31 μέχρι τη δικτατορία του Μεταξά.

Η πολιτική του ΚΚΕ απέναντι στο Κυπριακό ζήτημα: από την εξέγερση του ’31 μέχρι τη δικτατορία του Μεταξά.

                                                         

Του Σπύρου Σακελλαρόπουλου

 

  1. Εισαγωγή

Η εξέγερση των ελληνοκυπρίων τον Οκτώβριο του 1931 απέναντι στους βρετανούς αποικιοκράτες με αίτημα την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ανάδειξε το κυπριακό ζήτημα με πολύ έντονο τρόπο και επηρέασε σημαντικά το ελληνικό πολιτικό σκηνικό . Ο Πρωθυπουργός Βενιζέλος που στην ουσία καταδίκασε την εξέγερση, στην προσπάθειά του να μη διαρραγεί η διπλωματική συμμαχία με τη Μ. Βρετανία, βρέθηκε να δέχεται σφοδρή κριτική τόσο από τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης όσο και από τις εφημερίδες της εποχής[1]. Το ΚΚΕ, από την πλευρά του, βλέποντας πως το κυπριακό μεταβάλλεται σε αντικειμενική παράμετρο της πολιτικής ατζέντας της περιόδου τοποθετήθηκε με σαφήνεια απέναντι στο ζήτημα κρατώντας σταθερή στάση σε σχέση με τις προηγούμενες απόψεις του. Στο άρθρο αυτό αφού εξετάσουμε, συνοπτικά,  τα γεγονότα της εξέγερσης και τη στάση του ΚΚΚ θα παρουσιάσουμε τις θέσεις του ΚΚΕ τόσο απέναντι στην εξέγερση όσο και αυτές που θα διατυπωθούν μέχρι τη μεταξική δικτατορία.            

 

2. Τα αίτια και τα γεγονότα της εξέγερσης

Στο πλαίσιο του συγκριμένου άρθρου δεν είναι δυνατό να ασχοληθούμε διεξοδικά με τους παράγοντες που συνετέλεσαν στην εκδήλωση των λεγόμενων Οκτωβριανών. Πολύ περιληπτικά θα αναφέρουμε πως μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: Η πρώτη αφορά το μόνιμο αίτημα για ένωση με την Ελλάδα, που έχει αρχίσει να διατυπώνεται συντονισμένα από το 1881, και στη δεκαετία του ’20 πήρε πολύ πιο έντονη μορφή. Η δεύτερη σχετίζεται με πιο πολύ κοινωνικο- οικονομικά ζητήματα  όπως η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και ιδιαίτερα τα πρόσφατα βάρη που είχαν επωμισθεί οι αγρότες από τη δράση των τοκογλύφων, η είσοδος της παγκόσμιας κρίσης και στην κυπριακή οικονομία, η αυξημένη φορολόγηση από την πλευρά των Βρετανών καθώς και η προσπάθεια επίλυσης δημοσιονομικών προβλημάτων μέσω της χρήσης του αποθεματικού του νησιού-γεγονός που εξόργισε τους κύπριους δεδομένων των πολύ υψηλών αμοιβών που απολάμβανε η βρετανική γραφειοκρατία[2].  

            ¨Όλα τα παραπάνω είχαν συμβάλει στο να ΄χει δημιουργηθεί ένα τεταμένο κλίμα μεταξύ βρετανών και ελληνικού στοιχείου[3]  Τελικά αφορμή για την εξέγερση του Οκτώβρη υπήρξε η αύξηση της φορολογίας. Στις 12 Σεπτεμβρίου ύστερα από σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο χωριό Σαιτάς οι Έλληνες βουλευτές κάλεσαν το λαό να μην πληρώσει τη νέα φορολογία και να κάνει μποϊκοτάζ στα βρετανικά προϊόντα. Στις 19 Οκτωβρίου ο Μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος επέβαλε την  παραίτησή του από βουλευτής του Νομοθετικού Συμβουλίου Τρεις άλλοι βουλευτές (Λανίτης, Κυριακίδης, Αραπιδιώτης) ακολούθησαν το παράδειγμα του Κιτίου Νικοδήμου ενώ οι άλλοι οκτώ (Σταυρινάκης, Θεοδότου, Χατζηπαύλου, Σιακαλής, Σεβέρης, Ρωσσίδης, Γαλατόπουλος, Νικολαίδης) αποφάσισαν να παραμείνουν βουλευτές εκτιμώντας πως δεν είχε να προσφέρει κάτι η παραίτησή τους. 

Ο Κιτίου ανήμερα της παραίτησής του ξεκίνησε μια σειρά από ομιλίες προς τον ε/κ λαό: Στις 18 Οκτωβρίου εκφώνησε λόγο στη Λάρνακα όπου τάχθηκε υπέρ της Ένωσης και στις 20 Οκτωβρίου μίλησε στη Λεμεσό. Το απόγευμα της ίδιας μέρας παραιτήθηκαν και τα υπόλοιπα 8 ε/κ μέλη του Νομοθετικού Συμβουλίου.

Η ανάρτηση του τηλεγραφήματος της παραίτησης των 8 βουλευτών  στην οδό Λήδρας κοντά στην εκκλησία της Φανερωμένης είχε ως αποτέλεσμα τη συρροή του πλήθους που ερχόταν να πληροφορηθεί τις εξελίξεις ενώ κάποιοι άρχισαν να χτυπούν τις καμπάνες με συνέπεια να αυξάνεται ακόμα περισσότερο ο συγκεντρωμένος κόσμος. Η αυθόρμητη αυτή συγκέντρωση γρήγορα μεταβλήθηκε σε συλλαλητήριο και ζητήθηκε από τους συγκεντρωμένους να πραγματοποιηθούν και ομιλίες όπως και έγινε. Μετά τις ομιλίες ακούστηκε το σύνθημα «στο Κυβερνείο» και, παρά τις αντιρρήσεις των βουλευτών, ξεκίνησε πορεία προς το κυβερνείο με επικεφαλής την ελληνική σημαία που κρατούσε ο Κυκκώτης, οικονόμος της Εκκλησίας της Φανερωμένης, και τους ελληνοκύπριους βουλευτές. Όσο προχωρούσε η πορεία τόσο περισσότερος κόσμος προσερχόταν. Όταν το πλήθος έφτασε στο Κυβερνείο προσπάθησε να σπάσει τον αστυνομικό κλοιό και να εισέλθει με αποτέλεσμα να αρχίσουν συγκρούσεις με την αστυνομία οι οποίες σύντομα θα πάρουν τη μορφή λιθοβολισμών και υποστολής της αγγλικής σημαίας με ταυτόχρονη ανάρτηση της ελληνικής. Η διοίκηση θα στείλει στρατιωτικό απόσπασμα και θα αρχίσουν οι πρώτοι πυροβολισμοί και τότε θα ξεκινήσει η έφοδος κατά του κυβερνείου με αποτέλεσμα το τελευταίο να τυλιχθεί στις φλόγες. Ο Κυβερνήτης Στορς θα αποχωρήσει και οι στρατιωτικές δυνάμεις θα πυροβολούν αδιακρίτως με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ένας άνθρωπος και να τραυματιστούν άλλοι δεκατέσσερις. Αργά το βράδυ η κατάσταση θα ομαλοποιηθεί αλλά για κάθε ενδεχόμενο ο Στορς θα ζητήσει και θα λάβει, αεροπορικώς λόγω της επείγουσας κατάστασης, στρατιωτικές ενισχύσεις από την Αίγυπτο.

Η είδηση των γεγονότων της Λευκωσίας θα πυροδοτήσει αναβρασμό και στην Αμμόχωστο. Θα διεξαχθούν συλλαλητήρια στις 23 και στις 24 Οκτωβρίου ενώ στις 25 Οκτωβρίου πραγματοποιούνται επιθέσεις διαδηλωτών ενάντια σε αστυνομικούς σταθμούς με αποτέλεσμα να υπάρξει ένας νεκρός διαδηλωτής και αρκετοί τραυματίες. Η κατάσταση αναταραχής θα διατηρηθεί μέχρι και τις 29 Οκτωβρίου.

Η Λάρνακα, όπου εκφώνησε ο Κιτίου την επαναστατική του ομιλία βρισκόταν σε αναβρασμό ήδη από τις 18 Οκτωβρίου. Στις 22 Οκτωβρίου θα πραγματοποιηθεί συλλαλητήριο  και τις επόμενες μέρες θα γίνουν συγκρούσεις. Η πόλη θα βρίσκεται σε αναβρασμό μέχρι την 1η Νοεμβρίου.

Στην Κερύνεια δεν υπήρξαν διαδηλώσεις μέχρι τις 25 Οκτωβρίου. Τη μέρα εκείνη απαγορεύτηκε στον Επίσκοπο Μακάριο (μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Β’) να μεταβεί στη Λευκωσία. Επιστρέφοντας έβγαλε λόγο προς το πλήθος που είχε ήδη συγκεντρωθεί στην εκκλησία του Αρχαγγέλου και κατήγγειλε τη βρετανική τυραννία. Στη συνέχεια ακολούθησε πορεία προς το σπίτι του Άγγλου διοικητή όπου και υψώθηκε η ελληνική σημαία. Το βράδυ της ίδιας μέρας πραγματοποιήθηκε συλλαλητήριο με τη συμμετοχή και κατοίκων των γύρω χωριών, όπου σημειώθηκαν συγκρούσεις με τραυματισμούς και ένα νεκρό. Τελικά ο Στρατός κατέλαβε το κτίριο της Επισκοπής και συνέλαβε τον Επίσκοπο.

Στην Πάφο στις 22 Οκτωβρίου και στις 24 Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκαν μεγάλα συλλαλητήρια με αποτέλεσμα στις 25 Οκτωβρίου να κηρυχθεί στρατιωτικός νόμος. Στις 25 Οκτωβρίου σημειώθηκαν επεισόδια και έγιναν συλλήψεις και η αναταραχή συνεχίστηκε μέχρι το Σάββατο 31 Οκτωβρίου.

Στη Λεμεσό η λαϊκή συγκέντρωση που έγινε στις 22 Οκτωβρίου οδήγησε σε πολιορκία, κατάληψη και πυρπόληση του σπιτιού του βρετανού διοικητή. Μετά από δύο μέρες οι βρετανοί κατόρθωσαν να συλλάβουν τον Επίσκοπο Νικόδημο Μυλωνά αλλά όταν οι ε/κ το πληροφορήθηκαν, την επόμενη πια μέρα, ξεκίνησαν συγκρούσεις με αποτέλεσμα ένα νεκρό και αρκετούς τραυματίες. Στους κατοίκους της πόλης επεβλήθη κατ’ οίκον περιορισμός και άρχισαν συλλήψεις που συνεχίστηκαν μέχρι την 1η Νοεμβρίου.

Σοβαρά γεγονότα διαδραματίστηκαν και στην κυπριακή επαρχία όπου καταλείφθηκαν, λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν αστυνομικοί σταθμοί, έγιναν επιθέσεις εναντίον κυβερνητικών εγκαταστάσεων (αποκοπή τηλεγραφικών και τηλεφωνικών επικοινωνιών), καταστράφηκαν γεφύρια, εδάρησαν και εδιώχθησαν φοροεισπράκτορες  και κυβερνητικοί υπάλληλοι, αφοπλίστηκαν αστυνομικοί, πυρπολήθηκαν δάση,  καταστράφηκαν κρατικές περιουσίες (δημόσιες αλυκές, φυτώρια). Συνολικά από τα 598 ελληνικά και μικτά χωρία σημειώθηκαν σοβαρά επεισόδια σε περίπου 100 κοινότητες (Στυλιανού 2013: 101).

Συνολικά σε όλα το διάστημα μεταξύ 21ης και 28ης Οκτωβρίου η Κύπρος βρισκόταν σε καθεστώς εξέγερσης. Η αντίσταση των εξεγερμένων θα καμφθεί όμως ύστερα από την άφιξη στρατιωτικών αποσπασμάτων από την Αίγυπτο και τη ναυτική βάση της Σούδας στην Κρήτη (Παυλίδης 1993: 296- 303)

 

3. Η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου

Το ΚΚΚ Κύπρου δεν συμμετείχε στο αρχικό στάδιο της εξέγερσης. Κι αυτό γιατί εκείνη την περίοδο το ΚΚΚ τασσόταν υπέρ της εγκθίδρυσης μιας ανεξάρτητης κυπριακής εργατοαγροτικής δημοκρατίας που θα προσχωρούσε  σε μια Βαλκανική Εργατοαγροτική Ομοσπονδία. Η στάση αυτή φανερώνει το πόσο πολύ είχε υποτιμηθεί το αίτημα των λαϊκών στρωμάτων για Ένωση- αποτελώντας απόρροια ενός ακολουθητισμού των θέσεων του ΚΚΕ, που είχε υιοθετήσει στη δεκαετία του ’20, για «ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη στα σοσιαλιστικά Βαλκάνια». Έτσι το ΚΚΚ ήταν αντίθετο στο στόχο της Ένωσης που θεωρούσε ότι προωθεί η ε/κ αστική τάξη, «οι πατριδοκάπηλοι εθνικιστές πολιτικάντες», με τη στήριξη της ελληνικής αστικής τάξης. Οι βασικές αντιρρήσεις του ΚΚΚ ήταν πως ο στόχος της Ένωσης δίχαζε το λαό σε Έλληνες και Τούρκους εμποδίζοντας έτσι τη δημιουργία ενιαίου μετώπου κατά της αποικιοκρατίας ενώ η Ένωση με την Ελλάδα θα σήμαινε την απελευθέρωση του κυπριακού λαού από το ζυγό του βρετανικού ιμπεριαλισμού για να βρεθεί στον ελληνικό ζυγό που ήταν χειρότερος και να δοκιμάσει έτσι «την σκληρότερη δουλεία στα Ελληνικά μεγαθήρια». Η Ένωση είναι ένα εύκολο σύνθημα που χρησιμοποιείται από την «εντόπια μπουρζουαζία- τους μεγαλύτερους τοκογλύφους και τα πιστά όργανά τους στο Εθνικό Συμβούλιο» ως η «πανάκεια όλων των κακών»  (Περιστιάνης 2004: xxi).

Σε αυτό το πλαίσιο θα φτάσουμε στο 1931 όπου η Ένωση θα απορρίπτεται λόγω του αντιδραστικού χαρακτήρα της ελλαδίτικης αστικής τάξης. Το αποτέλεσμα υποτίμησης της σημασίας του αιτήματος της Ένωσης  θα είναι να υιοθετηθούν ακραίες «αντιεθνικιστικές» πρακτικές. Στη διάρκεια του εορτασμού της 25ης Μαρτίου 1931 μέλη του ΚΚΚ στη Λεμεσό μοίρασαν προκηρύξεις το περιεχόμενο των οποίων υποστήριζε πως το σύνθημα της Ένωσης ήταν αντιδραστικό ενώ καλούνταν οι εργαζόμενες μαζές να αγωνιστούν για την απελευθέρωση από τον ιμπεριαλιστικό ζυγό και την εγκαθίδρυση Εργατοαγροτικής Σοβιετικής Δημοκρατίας. Την ίδια μέρα άλλα μέλη του ΚΚΚ θα καταλάβουν το ελληνικό γυμνάσιο της πόλης όπου και θα αναρτήσουν τη σημαία της ΕΣΣΔ σε αντικατάσταση της ελληνικής σημαίας (Κάραμποτ 2008: 170- 171).

Μόλις ξεκίνησε το κίνημα του 1931 το ΚΚΚ θα το καταγγείλει με προκήρυξη ως «εθνικιστική, σωβινιστική προβοκάτσια της Κυπριακής μεγαλοαστικής τάξης» (αναφέρεται στο Ιωάννου 2004: 6).     Μόνο μετά από το κάψιμο της κατοικίας του Κυβερνήτη το ΚΚΚ υποχρεώθηκε κάτω από την πίεση των γεγονότων να αναθεωρήσει τη στάση του. Η Κεντρική του Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση στις 23 Οκτωβρίου αναφέροντας πως οι διαφορές μεταξύ των εθνικιστών που επιθυμούσαν Ένωση με την Ελλάδα και των κομμουνιστών που αγωνίζονταν για μια σοβιετική δημοκρατία στην Κύπρο, δεν έπρεπε να αποτελούν εμπόδιο για το σχηματισμό ενός ενιαίου αντι- ιμπεριαλιστικού μετώπου. Οι υπάρχουσες διαφωνίες θα μπορούσαν να επιλυθούν μετά από την αποχώρηση των Ιμπεριαλιστών από την κυπριακή πολιτική σκηνή. Η ανακοίνωση προχωρούσε σε επανεκτίμηση της προηγούμενης πολιτικής της αποχής η οποία εφαρμόστηκε από τους τοπικούς κομματικούς πυρήνες κατά τη διάρκεια των λαϊκών διαμαρτυριών. Κάνοντας μια μορφή αυτοκριτικής η Κεντρική Επιτροπή κατέληγε πως η γραμμή της μη ανάμειξης θα έπρεπε να καταδικαστεί. Δεδομένου ότι η ουδετερότητα αποδείχτηκε επιζήμια για τον αντι- ιμπεριαλιστικό αγώνα. Τα κομματικά μέλη θα έπρεπε να διορθώσουν το λάθος τους θέτοντας τους εαυτούς τους στην πρωτοπορία των αντι- ιμπεριαλιστικών αγώνων των εργατικών μαζών. Μετά από αυτή την απόφαση ο γγ του ΚΚΚ Χαράλαμπος Βατυλιώτης στις 24 Οκτωβρίου συναντήθηκε με τον Αρχιεπίσκοπο για να τον διαβεβαιώσει πως το κόμμα του θα υπερασπιζόταν τον αγώνα ενάντια στην αποικιοκρατία ενώ μίλησε και στο πλήθος που έχει μαζευτεί στην Αρχιεπισκοπή. 

Είναι φανερό πως η αρχική απουσία του ΚΚΚ από τον αγώνα για την Ένωση, αποτέλεσμα μέχρι ενός βαθμού και της αντίληψης πως η πραγματοποίηση ενός τέτοιου ενδεχομένου θα έφερνε και στην Κύπρο αντίστοιχες αντικομμουνιστικές διώξεις με αυτές που συνέβαιναν στην Ελλάδα (Richter 2003: 108), είχε ως συνέπεια  οι συντηρητικοί πολιτικοί σε συμμαχία με την Εκκλησία να κατορθώσουν να αναγορευτούν σε ηγεσία του αντι- αποικιακού κινήματος.

 

 

4. Η στάση του ΚΚΕ απέναντι στην εξέγερση

Η πρώτη αναφορά του Ριζοσπάστη στην εξέγερση του 1831 υπάρχει στο φύλο της 24/10/31 με τον σαφή τίτλο Ο Αγγλικός Ιμπεριαλισμός με τους εθνικιστές έλληνες κεφαλαιοκράτες αιματοκύλισαν τους εργαζόμενους όπου στη συνέχεια αναφέρεται: «Οι εκδηλώσεις αυτές που γίνονται στην Κύπρο υποκινούνται από τους πλούσιους έλληνες της Κύπρου που επιδιώκουν την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα του Βενιζέλου. Δηλαδή στρέφονται κατά του Αγγλικού ζυγού που καταπιέζει όχι αυτούς μα κυρίως και ιδιαίτερα τις φτωχές μάζες της Κύπρου για να τις βάλουν τις μάζες αυτές κάτω από το ζυγό της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας. Από τη Σκύλλα τη Χάρυβδη δηλαδή. Η θέση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κύπρου είναι ξεκαθαρισμένη έναντι της υπόθεσης αυτής: Κατά του αγγλικού Ιμπεριαλισμού και κατά της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας συγχρόνως. Ανεξαρτησία της Κύπρου».

Η άποψη αυτή, αν και βιαστικά γραμμένη, λαμβανομένου υπόψη των τεχνολογικών δυνατοτήτων της εποχής, ουσιαστικά καταλήγει σε μία αντιφατική θέση: τα γεγονότα της Κύπρου μπορεί να έχουν ως αποδέκτες τους βρετανούς αλλά στη ουσία κερδισμένοι βγαίνουν οι κύπριοι αστοί και τσιφλικάδες και βασικά χαμένα τα κυπριακά λαϊκά στρώματα. Με άλλα λόγια οι βρετανοί των οποίων αμφισβητείται η κυριαρχία δεν απειλούνται αλλά απειλούνται τα συμφέροντα των λαικών τάξεων που συμμετέχουν στην εξέγερση! Κατά συνέπεια μόνη λύση είναι η ανεξάρτητη Κύπρος που θα προέλθει μέσα από μία γνήσια προλεταριακή επανάσταση.

Στην αμέσως επόμενη δημοσίευση της 26/10/31 ο «Ρ» επιχειρεί να εξηγήσει τη θέση περί ανεξαρτησίας. Η ένωση με την Ελλάδα θα είχε ως αποτέλεσμα να διοικείται η Κύπρος από το Βενιζέλο ή το Τσαλδάρη «Κι έπειτα; Η φορολογία, το μικρό μεροκάματο θα λείψει; Μόνος του δίνει ο καθένας την απάντηση: Όχι!...Απ’ άλλο μέρος. Ποια η θέση σήμερα του αγγλικού ιμπεριαλισμού στην Κύπρο; Εκμεταλλεύεται κι αυτός, δολοφονεί κι αυτός, φορολογεί, φυλακίζει... Για τιςμάζες και το ένα και το άλλο είναι το ίδιο με ορισμένες παραλλαγές… ¨Όπως σήμερα υφίστανται εκμετάλλευση τα ίδια και αύριο… Η θέση μας για το συμφέρον των εργαζομένων είναι σαφής: Ενάντια στον αγγλικό ιμπεριαλισμό και κατά της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας. ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΚΥΠΡΟ. Για Κύπρο που να μη διοικούν Εγγλέζοι κεφαλαιοκράτες ή έλληνες κεφαλαιοκράτες αλλάεργάτες και χωρικοί».

Ουσιαστικά με αυτό τον τρόπο το ΚΚΕ θεωρεί ότι και στις αποικίες υπάρχει μόνο ένα δίπολο: αποικιακή εξουσία ή σοσιαλιστική επανάσταση. Ο,τιδήποτε που δεν είναι προλεταριακή επανάσταση είναι παραλλαγή της αποικιοκρατίας. Φυσικά με αυτό τον τρόπο υποτιμώνται δύο πολύ σοβαρές πλευρές του όλου ζητήματος: Καταρχάς για την ίδια τη συγκρότηση της Αποικιοκρατίας. Οι αποικιοκρατικές δυνάμεις, και ιδιαίτερα η Βρετανία αποτελούσαν πολύ ισχυρές καπιταλιστικές δυνάμεις οπότε η απόσπαση ενός κρίκου από την ηγεμονία τους θα σήμανε ένα σημαντικό πλήγμα και άρα μια επανεγγραφή των διεθνών συσχετισμών. Έπειτα για τις λαϊκές τάξεις θα σήμαινε απαλλαγή από τους ειδικούς όρους κάτω από τους οποίους επιβαλλόταν η βρετανικήκυριαρχία:οριστική απαλλαγή από το φόρο υποτέλειας (ο οποίος ίσχυε μέχρι το 1927), κατάργηση των πρόσθετων φορολογικών βαρών που χρησιμοποιούνταν για τη συντήρηση της βρετανικής γραφειοκρατίας, αναπροσανατολισμός των εμπορικών σχέσεων και σε χώρες πέραν της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, πραγματική αυτοκυβέρνηση και όχι πλαστή πλειοψηφία φιλοβρετανικής κατεύθυνσης στο Νομοθετικό, με νικώσα ψήφο του Κυβερνήτη[4].

Λίγες μέρες μετά, στις 2 /11/31, με άρθρο που έχει γραφτεί στις 27/10, ο «Ρ» τροποποιεί την αρχική του θέση περί υποκίνησης των ελλήνων αστώνγια την εκδήλωση της εξέγερσης επιχειρώντας να εκφέρει μια πιο συνολική άποψη για τηθέση της Κύπρου αναφέροντας: «… Ο αγγλικός ιμπεριαλισμός εμποδίζει την παραγωγική ανάπτυξη του νησιού και με τη δουλειά των σκλάβων εξάγει τις ντόπιες πρώτες ύλες που τις επεξεργάζεται στην Αγγλία. Στην αγροτική οικονομία έχουμε σοβαρότατα φεουδαρχικά υπολείμματα, διεσπαρμένη μικρή ιδιοχτησία που φυτοζωεί και ορισμένες αγγλικές αγροτικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Ο αγγλικός ιμπεριαλισμός παίρνει φόρο υποτέλειας από το νησί…Ο κύπριος χωριάτης βρίσκεται κάτω από τον τετραπλό ζυγό του Άγγλου Ιμπεριαλιστή, του… ντόπιου τσιφλικά και των τοκογλύφων και των καπιταλιστών των πόλεων. Η κατάσταση των τούρκων χωρικών είναι χειρότερη απ’ αυτή των Ελλήνων. Πάνω σ’ αυτή τη βάση αναπτύχθηκε τα κίνημα των εκμεταλλευόμενων της Κύπρου. Οι ‘ενωτικοί’ αρχηγοί κάτω από την πίεση των μαζών ακριβώς για να αποκεφαλίσουν το κίνημα και να καρπωθούν αυτοί οφέλη… είχαν προβάλει ένα πολύ -πολύ νομοταγέστατο πρόγραμμα διεκδικήσεων. Ούτε κι αυτοί περίμεναν τέτοιο ξέσπασμα των μαζών, ούτε λογάριαζαν ότι οι λαϊκές μάζες θα πάρουν το διοικητήριο και ότι οι λαϊκές μάζες θα ‘ρπαζαν τα τσεκούρια και τα δρεπάνια. Από αυτή τη στιγμή προδίδουν ανοιχτά, εγκαταλείπουν τον ‘αγώνα΄ που έκαναν… Καθήκον δικό μας είναι κάτω απ’ το επιφανειακό κάλυμμα της ένωσης να δούμε πως πρόκειται για μια παναγροτική αντιιμπεριαλιστική αντιτσιφλικαδική εξέγερση… Ο κύπριος αγρότης δε την θέλει την ‘ένωση’, γιατί ξέρει πως ο χωριάτης της Ελλάδας δεν είνε σε καλύτερη θέση, πληρώνει πιότερους φόρους. Η ιμπεριαλιστική Ελλάδα βοηθούμενη κι από τη Γαλλία δολοπλοκεί στην Ανατολική Μεσόγειο επωφελούμενη των βρετανικών δυσχερειών. Ο κυπριακός εργαζόμενος λαός, ρωμαίκος και τούρκικος, μονάχα στην ανεξαρτησία του κάτω από μίαδική του κυβέρνηση θα απαλλαγεί από την εκμετάλλευση των Άγγλων ιμπεριαλιστών, των τσιφλικάδων και των ντόπιων καπιταλιστών… Τα καθήκοντα του ΚΚΚ είναι καθαρά: να τεθεί επικεφαλής του οικονομικού και πολιτικού κινήματος του προλεταριάτου και των εκμεταλλευόμενων μαζών, κατά του ιμπεριαλισμού, των τσιφλικάδων, των τοκογλύφων. Ξεσκέπασμα αλύπητο της‘Ένωσης’ και ιδιαίτερα των ‘ριζοσπαστικών’ απομόνωσή τους από τις μάζες. Ενιαίο μέτωπο από τα κάτω με τους τούρκους εργάτες και χωριάτες…. ΟΧΙ ΕΝΩΣΗ ΜΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΚΥΠΡΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΩΝ. Καθήκον δικό μας, του ΚΚΕ, [είναι] να ξεσκεπάσουμε συστηματικά τους ιμπεριαλιστικούς σκοπούς της καπιταλιστικής Ελλάδας και στο σωβινιστικό ‘κύμα’ διαμαρτυριών κατά του αγγλικού ιμπεριαλισμού και υπέρ της ‘ένωσης’να αντιτάξουμε τη γρανιτένια γραμμή της έμπραχτης- ουσιαστικής προλεταριακής αλληλεγγύης προς όλες τις κατευθύνσεις».

  • πρώτο θέμα που εγείρεται είναι πως ενώ το άρθρο αναφέρεται σε τετραπλό ζυγό που μέσα από τη  διαδικασία της ένωσης αυτός ο ζυγός θα γινόταν τριπλός,  ταυτόχρονα λίγο πιο κάτω υποστηρίζεται πως ο χωριάτης της Ελλάδας δεν είναι  σε καλύτερη θέση παρότι ο ζυγός του είναι τριπλός. Εδώ η αντίφαση είναι εμφανής: ή έχει σημασία ο αριθμός των ζυγών εξ’ ου και η καταμέτρησή τους ή δεν έχει οπότε δε χρειάζεται να αναφέρονται, αφού και η Κύπρος και η Ελλάδα σε καπιταλιστικά καθεστώτα βρίσκονται. 

Έπειτα το πραγματικό γεγονός πως οι ε/κ αστοί υιοθέτησαν πιο μετριοπαθή στάση και τα λαϊκά στρώματα ακολούθησαν πιο δυναμικές μεθόδους πάληςδεν ακυρώνει το εξίσου πραγματικό γεγονός πως και οι δύο πλευρές ζητούσαν τηνΈνωση και δεν υπάρχουν ιστορικές αναφορές για μαζική εκδήλωση κοινωνικών αιτημάτων, πχ ενάντια στους τοκογλύφους, όπως διατείνεται ο Ριζοσπάστης .Η δε βρετανική καταστολή και οι εξορίες που ακολούθησαν αφορούσαν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.

Ακόμα ενώ στο κείμενο υπάρχει η αναφορά στην Ιμπεριαλιστική Ελλάδα,στην αμέσως επόμενη δημοσίευση του Ριζοσπάστη, όπως θα δούμε, χαρακτηρίζεται η Ελλάδα ως μαϊμού που χορεύει μπροστά στη Βρετανία!

Μια τελευταία παρατήρηση, που έχει όμως την αξία της, είναι πως το ΚΚΕ αναφέρεται στην ανάγκη δημιουργίας Σοβιετικής Κύπρου αλλά δεν υπάρχει η θέση πως το νεοσύστατο κράτος θα πρέπει να ενταχθεί στη Βαλκανική Ένωση Σοσιαλιστικών Κρατών. Για την ακρίβεια ενώ σε όλα κείμενα του ΚΚΚ μνημονεύεται αυτός ο στόχος στα κείμενατου ΚΚΕ απουσιάζει πλήρως. Μια πιθανή ερμηνεία είναι πως το ΚΚΚ βλέποντας πως ένα τόσο μικρό σοβιετικό κράτος δε θα μπορούσε εύκολα να επιβιώσει, εδώ απειλούνταν συνεχώς η ΕΣΣΔ με εισβολή, είχε ορίσει ως στόχο της Βαλκανική Ομοσπονδία, η συγκρότηση της οποίας που αφορούσε τις χώρες που γεωγραφικά εντάσσονταν στα Βαλκάνια. Αντίθετα την ηγεσία του ΚΚΕ φαίνεται πως δεν την είχε απασχολήσει αυτό το ζήτημα.

Σε άρθρο της 12ης Νοεμβρίου 1931 αναφέρονται τα εξής: «Κι ενώ η επίσημη κυβέρνηση της ελληνικής μπουρζουαζίας τρέμει μπρος στον αγγλικό ιμπεριαλισμό… καταβάλλονται από την άλλη μεριά τεράστιες προσπάθειες (σχεδόν) απ’ όλη τη μπουρζουαζία… για την εκμετάλλευση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα προς την ένωση της Κύπρου αφ’ ενός με τη ‘μητέρα’ Ελλάδα, και προς δημιουργία αφ’ ετέρου ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα εθνικιστικών – σωβινιστικών ιδεολογιών πράγμα τόσο απαραίτητο για τις τυχοδιωκτικές ιμπεριαλιστικές βλέψεις της ελληνικής μπουρζουαζίας…Στη σημερινή οικονομική κρίση οι αρπαχτικές- τυχοδιωκτικές βλέψεις της ελληνικής μπουρζουαζίας γίνονται πιο σοβαρές κι ενώ σήμερα χορεύει σαν μαϊμού μπρος στην Αγγλία, αύριο θα προσπαθήσει να παρασύρει τις μάζες στον πρώτο εκρηγνυόμενο πόλεμο και προπαντός ενάντια στη Σοβιετική Ένωση! Γι αυτό καθήκον του προλεταριάτου και όλων των εργαζόμενων της Ελλάδας είναι να ξεσκεπάσουν αφενός αυτές τις προσπάθειες της ελληνικής μπουρζουαζίας… και αφ’ ετέρου να δείξουν στους κύπριους εργατοεργάτες πως ο αγώνας τους δε θα πρέπει να στρέφεται προς την Ένωση με την Ελλάδα αλλά προς την πλήρη εθνική τους ανεξαρτησία. Η Ελλάδα είναι σύμμαχος του βρετανικού ιμπεριαλισμού και μαζί του μοιράζει την εκμετάλλευση πάνου στους εργατοαγρότες της Ελλάδας. ΟΙ έλληνες εργατοεργάτες θα πρέπει να γυρεύουν όχι την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα αλλά την πλήρη της ανεξαρτησία όπως επίσης ανεξαρτησία θα πρέπει να γυρεύουν για τις καταπιεζόμενες μάζες της Μακεδονίας, Θράκης κλπ. Πλάι σε αυτά θα πρέπει να ξεμασκαρευτεί και η λαικίστικη εκτέλεση όλων των διαταγών του αγγλικού ιμπεριαλισμού από τηνελληνική κυβέρνηση. Αυτό και μόνο το γεγονός θα μπορούσε να πείσει τους Κύπριους εργατοαγρότες πως ένωση με την Ελλάδα δε θα πει καν λευτεριά, αλλά υποδούλωσή της εκ νέου στη διπλή εκμετάλλευση του ελληνικού και εγγλέζικου ιμπεριαλισμού. Γι’ αυτό το καθήκον των κύπριων εργατοαγροτών είναι η πάλη τους για μια ανεξάρτητη εργατοαγροτική Σοβιετική Κύπρο».

Εδώ το πρώτο σημείο που αξίζει να σχολιαστεί είναι η αντίθεση που φαίνεται να υπονοείται ότι υπάρχει μεταξύ της ελληνικής αστικής τάξης και των πολιτικών εκπροσώπων της που βρίσκονται στην κυβέρνηση. Θα είχε όμως περισσότερο ενδιαφέρον αν ο συγγραφέαςγινόταν πιο σαφής και δεχόταν πως υπάρχει τέτοια αντίθεση. Αυτό όμως δε γίνεται με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να μένει με τη απορία γύρω από το τι τελικά επιθυμεί η ελληνική αστική τάξη.

Το επόμενο σημείο σχετίζεται με αυτό που αναφέραμε το σχολιασμό του προηγούμενου άρθρου του «Ρ». Δε γίνεται κατανοητό πως μια χώρα που τρέμει μπροστά στονβρετανικό ιμπεριαλισμό να είναι και η ίδια ιμπεριαλιστική.

Τέλος υποστηρίζεται πως ο βασικός στόχος της ελληνικής άρχουσας τάξης είναι η εδαφική της επέκταση, χωρίς όμως αναφορά στην Κύπρο- δεδομένης της στάσης Βενιζέλου, ο οποίος την ωθεί σε εμπλοκή στην πρώτη στρατιωτική σύγκρουση που θα συμβεί και με ιδιαίτερο ενδεχόμενο να είναι ενάντια στην ΕΣΣΔ. Ωστόσο ακόμα κι αν δεχτούμε ένα τέτοιο ενδεχόμενο ως πιθανό πάλι δε γίνεται σαφές πως θα επεκταθεί γεωγραφικά η Ελλάδα.

Την αμέσως επόμενημέρα (13/11) ακολουθεί ένα άρθρο που συνεχίζει να παρουσιάζει τα γεγονότα με ένα πολύ διεθλασμένο τρόπο: «Οι χωριάτες της Κύπρου μην υποφέροντας την τριπλή εκμετάλλευση του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού, των τσιφλικάδων και των τοκογλύφων και εκμεταλλευτών των πόλεων,,, ξεσηκώθηκαν μαζί με την εργατιά και τα λαϊκά εκμεταλλευόμενα στρώματα των πόλεων. Καμία ενωτική ετικέτα κανένα παπαδίστικό ράσο δεν μπορεί να κρύψει την αλήθεια αυτή. Κάτω από την πίεση των μαζών βλέποντας και θέλοντας ακριβώς να συγκρατήσουν τη λαϊκή εξέγερση οι ‘ενωτικοί’ μπουρζουάδες της Κύπρου πήγαν να τη διοχετεύσουν σε ειρηνικά κανάλια, τα κανάλια των ψηφισμάτων και των άσκοπων διαμαρτυριών που χρησιμοποιούν εδώ και πολλά χρόνια… Οι ‘ενωτικοί’ αρχηγοί πήγαν να κάνουν μια απλή επίδοση ψηφίσματος, προσπαθώνταςνα εκμεταλλευτούν ειρηνικά, κάτω από τις οδηγίες του ελληνικού ιμπεριαλισμού, τις δυσκολίες που περνά ο βρετανικός ιμπεριαλισμός. Μα οι σκλάβοι άρπαξαν το σφυρί, τη σανίδα, το τσεκούρι και το φτιάρι και ξεσηκώθηκαν ενάντια στους εκμεταλλευτές τους, τους εγγλέζους ιμπεριαλιστές, τους ντόπιους τσιφλικάδες και τους εκμεταλλευτές των πόλεων… Έγιναν αληθινές μάχες. Σκοτώθηκαν πολλοί χωριάτες και εκατοντάδες ολόκληροι, πιάστηκαν, φυλακίστηκαν και βασανίζονται… Οι Τούρκοι χωριάτες εξεδήλωσαν ανοιχτά τη συμπάθειά τους προς την αγροτική εξέγερση και σε πολλά χωριά πήραν ενεργό μέρος σε αυτή… ο ελληνικός ιμπεριαλισμός με επικεφαλής τη Βενιζελική κυβέρνηση…. πήγε να επωφεληθεί άμεσα…. από την κατάσταση που δημιουργήθηκε. Μη μπορώντας το επίσημο κράτος . για λόγους που ο καθένας καταλαβαίνει εφόσον την εθνική οικονομία της χώρας την κρατούν δεσμοί πολλοί στενοί με το εγγλέζικο κεφάλαιο, να ταχθεί ανοικτά και επίσημα υπέρ της ‘ένωσης’ κινητοποίησε όλες τις καπιταλιστικές καισωβινιστικές δυνάμεις γύρω από την Κυπριακή εξέγερση»

Παρατηρούμε πως και σε αυτό το άρθρο συνεχίζεται η υποβάθμιση της ένωσης ως θεμελιακού στόχου της εξέγερσης του 1931, χωρίς να αποδεικνύεται ηδιατύπωση με μαζικό τρόπο άλλων στόχων, άσχετα με τα αυθόρμητα χαρακτηριστικά που παρουσίασε αυτό το κίνημα και τα μέσα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν (πιο δυναμικά από τα λαϊκά στρώματα, πιο ειρηνικά από τα αστικά και μικροαστικά).

Έπειτα δε γίνεται σαφές ποιες είναι οι δυσκολίες που περνά ο βρετανικός ιμπεριαλισμός , γιατί υπάρχει ελληνικός ιμπεριαλισμός πάρα τις σχέσεις εξάρτησης που έχει με τον βρετανικό ιμπεριαλισμό και γιατί χρειάζονται «κινητοποίηση από την Ελλάδα τα κυπριακά αστικά στρώματα για να εξεγερθούν γύρω από ένα αίτημα που το θέτει από δεκαετίες όλη η ε/κ πλειονότητα. Τέλος η αναφορά στην υποστήριξη της εξέγερσης από τους τουρκοκύπριους δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα, πόσο μάλλον η ενεργή συμμετοχή τους σε αυτή[5].

 

5. Η στάση του ΚΚΕ στα επόμενα χρόνια

Περίπου μετά από ενάμισυ χρόνο θα εμφανιστεί νέο άρθρο για το Κυπριακό στο Ριζοσπάστη, συγκεκριμένα στις 18 Ιουνίου του 1933, το οποίο θα επιχειρεί να περιγράψει την κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο μετά την ήττα της εξέγερσης: «Η καταπίεση και η εκμετάλλευση του κυπριακού λαού από τους Εγγλέζους υπήρχε ανέκαθεν και δεν είχε πάψει ποτέ. Η κατακτήρια όμως δύναμη κρατούσε πάντα μερικά προσχήματα και άφηνε μερικές ελευθερίες. Από την επανάσταση όμως του κυπριακού λαού το 1931 κάθε πρόσχημα έχει καταργηθεί και από τη μια ως την άλλη άκρη του νησιού πνέει ένας άνεμος σκληρής τρομοκρατίας…. Οι αστοί δεν ενοχλούνται. Απεναντίας με τους νέους τρομοκρατικούς νόμους είναι ευχαριστημένοι γιατί μ’ αυτούς δένονται για καλά τα δεσμά των προλετάριων και έτσι εύκολα και ανενόχλητα μπορούν να τους εκμεταλλεύονται. Όλα τα παλιά συνδικαλιστικά σωματεία έχουν διαλυθεί και για να επιτραπεί η ίδρυση νέων χρειάζονται πολλές διατυπώσεις και χίλιοι δύο περιορισμοί. Και παρόλα αυτά δεν επιτρέπουν την ίδρυσή τους. Τώρα καταλαβαίνει κανείς πόσο εύκολο πεδίο δράσης για εκμετάλλευση υπάρχει για τους εργοδότες. Οι νέοι νόμοι απαγορεύουν αυστηρά την ύπαρξη του Κομμουνιστικού κόμματος. . Εντούτοις παρόλη την τρομοκρατία το Κομμουνιστικό Κόμμα μοιράζει και κυκλοφορεί σε όλες τις πόλεις παράνομες προκηρύξεις… Όλο το βάρος για τον αγώνα ενάντια στους καταχτητές το κρατάει μόνο του το ηρωικό κομμουνιστικό κόμμα» .

Παρά τα ενδιαφέροντα σημεία που αναδεικνύει το συγκεκριμένο άρθρο που αφορούν την καταστολή και την καταπίεση που ακολούθησε την εξέγερση υπάρχει ένα ζήτημα που η παρουσίασή του δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και ένα άλλο που υποτιμάται η σημασία του.Το πρώτο σχετίζεται με τη θέση πως η ε/κ αστική τάξη βγήκε ωφελημένη αφού μετά την εξέγερση καταργήθηκε πλήθος συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών. Αυτό πράγματι ίσχυε αλλά μόνο για το τμήμα του αστικού κόσμου που δεν ενεπλάκη και στην εξέγερση και δε γνώρισε τις διώξεις και τις εξορίες που ακολούθησαν ενώ το σύνολο των ε/κ πλήρωσε σημαντικό οικονομικό τίμημα με τη μορφή της αποζημίωσης για τις δολιοφθορές που έγιναν. Από εκεί και πέρα το γεγονός πως υπήρξε σημαντικός αριθμός ε/κ που συνεργάστηκαν ασμένως με το καθεστώς καιήρθαν και σε αντιπαράθεση με τους υπόλοιπους ε/κ ζητώντας να παραταθεί το πλαίσιο των κατασταλτικών μέτρων δεν μπορεί να θεωρηθεί πως εκπροσωπούσε το σύνολο της ε/κ ελίτ[6].

Σε ό,τι δε αφορά την πολιτική κατεύθυνση που πρέπει να έχει το κομμουνιστικό κίνημα για το Κυπριακό αυτή παραμένει ίδια όπως φαίνεται και σε άρθρο της 9ης Αυγούστου όπου μεταξύ άλλων σημειώνεται πως «Ενάντια στους εγγλέζους ληστές, μα ενάντια και στην ένωση με την αστικοτσιφλικάδικη Ελλάδα και τους κήρυκές της, οι εργάτες και οι αγρότες της Κύπρου, Τούρκοι και Έλληνες, παλεύουν και θα παλέψουν για να γίνουν αυτοί αφεντικά λέφτερα πάνω στο πλούσιο και ώμορφο νησί τους, θα παλέψουν για τη λεύτερη εργατοαγροτική Σοβιετική Κύπρο!»

Θα χρειαστεί να έρθει ο Δεκέμβρης του 1935 για να σημειωθεί η πλήρης ανατροπή της προηγούμενης κατεύθυνσης. Τότε σε δημοσίευμα της 15 Δεκεμβρίου 1935 που αναφερόταν σε κυβερνητικές διαρροές περί ενδεχόμενης παραχώρησης της Κύπρος από τους Βρετανούς ο ‘Ρ’ θα θεωρήσει πως κάτι τέτοιο θα έχει αρκετές ομοιότητες με τη βρετανική παραχώρηση των Επτανήσων τον προηγούμενο αιώνα. Τότε αυτή η κίνηση είχε ως βασικό στόχο τη αντικατάσταση του Όθωνα, που πολλές φορές είχε κινηθεί πέραν των βρετανικών επιδιώξεων, με το Γεώργιο που θεωρούνταν πως θα είναι πειθήνιος στα βρετανικά κελεύσματα.Αντίστοιχα το 1935 πήγαινε να γίνει κάτι παρόμοιο που θα συνοδεύεται από την παραχώρηση ελληνικού εδάφους με τη μορφή βάσης στους βρετανούς ενώ υπήρχε η εκτίμηση πωςοι βρετανοί θα διατηρούσαν και μια βάση στην Κύπρο. Με τον τρόπο αυτοί οι Βρετανοί, όπως και στα Ιόνια, θα γλίτωναν από τις συνεχείς κινητοποιήσεις των ελληνοκυπρίων για ένωση με την Ελλάδα. Ωστόσο το πιο ενδιαφέρον σημείο υπήρχε στοτέλος του άρθρου όπου με σαφήνεια αναφέρεται η αλλαγή γραμμής για το ζήτημα της ένωσης: «Οι έλληνες εργάτες και όλος ο ελληνικός λαός θέλει και ποθεί την ολοκλήρωση της εθνικής ενότητας. Θέλει να ενωθεί η Κύπρος και τα Δωδεκάνησα… Ο ελληνικός λαός με χαρά θα δεχτεί την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, μα σε καμιά περίπτωση δε θα δεχτεί να μειωθούν τα κυριαρχικά του δικαιώματα, να στερηθεί τις ελευθερίες του εσωτερικά και να αναγνωρίσει το καθεστώς που του επέβαλαν και να μεταβληθεί σε όργανο του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού».

Είναι σαφές πως διατυπώνεται με εντελώς νέα γραμμή για το Κυπριακό, όπου γίνεται αποδεκτό το αίτημα της ένωσης και κατανοητό πως σε αυτό το ενδεχόμενο οι ε/κ θα γλίτωναν από την αποικιοκρατική καταπίεση

Η νέα γραμμή επικυρώνεταιμε την εισήγηση του Νίκου Ζαχαριάδη, γγ του ΚΚΕ, στο πρώτο θέμα του 6ου συνεδρίου του ΚΚΕ, που πραγματοποιήθηκε στο τελευταίο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου του 1935, όπως δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη της 5 Ιανουαρίου 1936 όπου αναφέρεται: «Είμαστε … υπέρ της αυτοδιαθέσεως μέχρι και του αποχωρισμού των Δωδεκανησίων και Κυπρίων αδελφών μας και θα δεχτούμε την απόφασή τους όποια κι αν είναι. Μισούμε τον ιταλικό φασισμό και τον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό, που εκμεταλλεύονται εξοντωτικά τους Κύπριος και τους Δωδεκανήσιους όπως ξεγδέρουν και εμάς. Μα είμαστε ενάντια στην άτιμη λύση που προτείνουν οι εγγλέζοι ιμπεριαλιστές και δέχονται οι έλληνες πλουτοκράτες: να γίνει η Ελλάδα βρετανικό πολεμικό ορμητήριο, να σταλούν έλληνες φαντάροι να πολεμήσουν στη Λιβυκή έρημο είτε στα Δωδεκάνησα κατά των Ιταλών για να ‘πάρουμε’ σαν αντάλλαγμα την Κύπρο και τα Δωδεκάνησα τη στιγμή που η Αγγλία θα τσαλαπατά και τη λιγοστή ανεξαρτησία που μας έμεινε». Και για να μη μείνει καμία αμφιβολία ο Γ. Αντωνίου στην εισήγηση που έκανε στο 3ο θέμα Τα καθήκοντα των κομμουνιστών στην πάλη κατά του πολέμου του 6ο συνεδρίου αναφέρεται: «Εμείς αγωνιζόμαστε για να αποκτήσει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του ο Κυπριακός και ο Δωδεκανησιακός λαός… και εφόσον θα θελήσει και θα πραγματοποιήσει την Ένωση, θα αγωνιστούμε από κοινούενάντια στην κυριαρχία και την εκμετάλλευση της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας» (ΚΟΜΕΠ τ. 5 1936: 219, όπως παρατίθεται στο Σάρλης 1987: 272).

Διαπιστώνουμε την πλήρη μετάλλαξη της θέσης του ΚΚΕ η οποία είναι σε αντιστοίχηση με την αλλαγή θέσης στο ζήτημα της Μακεδονίας και της Θράκης. Πράγματι ήδη από τον Ιούνιο του 1935 στην προεκλογικό περίοδο η ΚΕ έχει διατυπώσει την άποψη πως δεν μπορεί να τίθεται θέμα αποχωρισμού της Μακεδονίας και της Θράκης από τη στιγμή που το 85% των κατοίκων τους είναι Έλληνες (Σάρλης 1987: 270- 271). Και έτσι αυτή η θέση θα καταργηθεί όπως και οι θέσεις περί Σοβιετικής Κύπρου και Σοβιετικών Δωδεκανήσων.

Υπάρχει, ωστόσο, και μια επιφύλαξη. Το ΚΚΕ βλέπει την προοπτική της Ένωσης στο πλαίσιο μις αντιαποικιακής εξέγερσης των ελληνοκύπριων και όχι στη βάση της παραχώρησης στην Ελλάδα με αντάλλαγμα τη συμμετοχή της τελευταίας σε ένα ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ενδεχομένως και ενάντια στην ΕΣΣΔ. Αν και η ιστορική έρευνα δεν έχειδείξει πως κάτι τέτοιο συζητήθηκε ποτέ στη δεκαετία του ΄30, είναι εμφανέςότι το ΚΚΕ πάντα φοβόταν την πιθανότητα μιας επίθεσης απέναντι στην ΕΣΣΔ. Άλλωστε είμαστε στις αρχές του ’36 και τα αντίπαλα στρατόπεδα δεν είχαν αποκρυσταλλωθεί ακόμα.

 

6. Συμπέρασμα

Έχει ασκηθεί πολύ αυστηρή κριτική για τη στάση του ΚΚΚ γενικότερα απέναντι στο αίτημα της Ένωσης και ειδικότερα για το γεγονός πως δε συμμετείχε από την πρώτη στιγμή στην εξέγερση του Οκτωβρίου του1931. Ενδεικτικά αναφέρουμε τη συνέντευξη του τ. ΓΓ του ΑΚΕΛ Άκη Φάντη στην Απογευματινή της Λευκωσίας στις 26/3/1976, τη σχετική δήλωση του Φιφή Ιωάννου επίσης τ. γγ του ΑΚΕΛόπου θα ανφέρει πως το σύνθημα για Σοβιετική Κύπρο οδήγησε σε απομονωτισμό ( βλ. Leventis 2002: 58)) το μέλος της ΚΕ του ΑΚΕΛ Μίνωα Περδίου (Leventis οπ παρ) αλλά και το συλλογικό κείμενο των Ιωαννίδη- Κολιγιάννη- Ρούσου  που δημοσιεύτηκε στο Νέο Κόσμο το 1951 Το ζήτημα είναι πως αυτή η κριτική πραγματοποιήθηκε πολλά χρόνια μετά τα γεγονότα, πράγμα καθόλου τυχαίο. Στην πραγματικότητα το ΚΚΚ, και η πολιτική που ακολούθησε, ήταν παιδί των καιρών και αυτό επιχειρήσαμε να δείξουμε σε αυτό το άρθρο. Η πολιτική «ανορθογραφία» που διέπραξε το ΚΚΚ δεν ήταν η χρόνια αντίθεσή του στο αίτημα της ένωσης αλλά ακριβώς το αντίθετο η, έστω και καθυστερημένη, συμμετοχή του στην εξέγερση του 1931.

Διαφορετικά ειπωμένο από τη στιγμή η διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας οδήγησε τα βαλκανικά σοσιαλιστικά κόμματα στην υιοθέτηση της θέσης περί σοσιαλιστικής βαλκανικής ομοσπονδίας (1915) και, τα κομμουνιστικά πια βαλκανικά κόμματα, περί σοβιετικής σοσιαλιστικής βαλκανικής ομοσπονδίας (1920), θέσηπου δέχτηκε το 1922 και η Τρίτη Διεθνής, το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινούνταν λίγο αργότερα το ΚΚΚ είχε δημιουργηθεί. Η ελληνική Μακεδονία και Θράκη θα έπρεπε να ανεξαρτητοποιηθούν το ίδιο και τα Δωδεκάνησα με την Κύπρο μέσα σε μια διαδικασία σοσιαλιστικής επανάστασης.

Κατά συνέπεια τόσο η αρθρογραφία του Ριζοσπάστη κατά της ένωσης μέχρι και το 1934 όσο και η καταδίκη (Φεβρουάριος του 1932) από το των ηγετών ΚΚΚ Βατυλιώτη και Σκελέα κινούνταν στις παραπάνω κατευθύνσεις.Θα χρειαστεί να έρθει το 7ο Συνέδριο της Διεθνούς τον Αύγουστο του 1935 και στη συνέχεια το 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ το Δεκέμβριο του 1935 για να αλλάξει αυτή η γραμμή.Στη δε Κύπρο λόγω της διαλυτικής κατάστασης που βρέθηκε το ΚΚΚ θα χρειαστεί να περάσει πολύ καιρός μέχρι να γίνει κομματικό σώμα και να αλλάξει η θέση για ην Ένωση. Τελικά μέσω της συμμετοχής του ΚΚΚ στο ΑΚΕΛ θα γίνει αναφορά στην Ένωση το Νοέμβριο του 1941 σε ανακοίνωση της ΚΕ του ΑΚΕΛ, ως αποτέλεσμα ίσως και της επίθεσης της Ιταλίας στην Ελλάδα και της μετέπειτα γερμανικής κατοχής αλλά της έναρξης των πολεμικών επιχειρήσεων από τη Γερμανία ενάντια στηνΕΣΣΔ.

 

 

Βιβλιογραφία

Georghallides G. S, 1985, Cyprus and the Governorship of Sir Ronald Storrs: The causes of the 1931 Crisis,  Nicosia: Cyprus Research Centre.

Ιωαννίδης Γ.- Κ. Κολιγιάννης- Π. Ρούσος, 1951, «Η πάλη του κυπριακού λαού για τη λευτεριά και την ειρήνη», Νέος Κόσμος 11: 23- 41. 

Ιωάννου Φ., 2004, «Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου» στο Νίκος Περιστιάνης (επιμ.), Ο Φιφής Ιωάννου, η Αριστερά και το Κυπριακό, Λευκωσία: Ινστιτούτο Μέσω Μαζικής Επικοινωνίας Intercollege, σελ. 5- 18.

Καζαμίας Γ.- Π. Παπαπολυβίου (επιμ.), 2008, Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η Κύπρος, Αθήνα: Καστανιώτης.

Κάραμποτ Φ., 2008, «Η θέση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος απέναντι στο Κυπριακό της εποχής της βενιζελικής ‘μπουρζουαζίας’, 1925- 1931», στο Γ. Καζαμίας- Π. Παπαπολυβίου (επιμ.), Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η Κύπρος, Αθήνα: Καστανιώτης,  σελ. 154- 179.

Κονδύλης Θάνος, 2009, Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η Ελλάδα (1928- 1932). Η διπλωματική πολιτική και η οικονομία, Αθήνα: Ίαμβος

Κτωρής Σώτος, 2013, Τουρκοκύπριοι. Από το Περιθώριο στο Συνεταιρισμό (1923- 1960), Αθήνα: Παπαζήσης.

Leventis Y.. 2002, Cyprus: The Struggle for Self- Determination in the 1940’s. Prelude to Deeper Crisis. Frankfort: Peter Lang.

Μπουλετή Ελένη, 2008, Η αγγλική πολιτική απέναντι στην τουρκοκυπριακή κοινότητα 1878- 1950. Η πορεία προς την εθνικοποίηση της μουσουλμανικής- κυπριακής κοινότητας, αδημοσίευτη  διδακτορική διατριβή, Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Nevzat Altay, 2005, Nationalism Amongst the Turks of Cyprus: The first Wave, University of ULU, herkules.oulu.fi/isbn9514277511/isbn9514277511.pdf, προσπέλαση στις 3/6/2012.

Παυλίδης Άντρος, 1993, Ιστορία της Νήσου Κύπρου, τόμος τέταρτος: από το 1571 μέχρι το 1964, Λευκωσία: Φιλόκυπρος

Παπαπολυβίου Πέτρος, 2004α, «Κύπρος 1922 - 1940. Η εξέγερση του 1931 και η αποικιακή αντεπανάσταση», στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού τ. 7, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σελ. 325- 336.

Περιστιάνης Νίκος, 2004, «Το κίνημα της Αριστεράς και η δεκαετία της βαθιάς Διαίρεσης των Ε/Κ» στο Ο Φιφής Ιωάννου, η Αριστερά και το Κυπριακό, (επιμ. Νίκος Περιστιάνης), Λευκωσία: Ινστιτούτο Μέσως Μαζικής Επικοινωνίας Intercollege, σελ. xviii-xxxiii. 

Πικρός Γιάννης, 1980, Ο Βενιζέλος και το Κυπριακό, Αθήνα: Φιλιππότης.

Richter Heinz, 2003, « The Cypriot Communist Party and the Comintern », The Cyprus Review 15, 1: 99- 119.

Σακελλαρόπουλος Σ., 2017, Ο κυπριακός κοινωνικός σχηματισμός (1191- 2004). Από τη συγκρότηση στη διχοτόμηση, Αθήνα: Τόπος.

Σάρλης Δ.,  1987, Η Πολιτική του ΚΚΕ στον αγώνα κατά του Μοναρχοφασισμού (1929- 1936), Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή.

Σβολόπουλος Κ., 1978, «Η στάση της ελληνικής κυβερνήσεως κατά την κυπριακή κρίση του 1931», Επιστημονική Επετηρίδα της Παντείου Ανωτάτης σχολής Πολιτικών Επιστημών, σελ.  485- 511.

Στυλιανού Πέτρου, 1984, Το κίνημα του Οκτώβρη του 1931 στην Κύπρο, Διδακτορική Διατριβή, Λευκωσία.

Στυλιανού Πέτρος, 2013, «Η Εξέγερση του Οκτώβρη 1931 (Τα Οκτωβριανά)» στο συλλογικό Οι αγώνες πριν τον Αγώνα του 1955. Πτυχές από την προετοιμασία οργάνωσης του Αγώνα, Λευκωσία: Ακαδημία Ιστορικών Σπουδών, σελ. 11- 108.

 

 

 


[1] Για το σχετικό ζήτημα βλ. Πικρός 1980, Σβολόπουλος 1978, Κονδύλης 2009, Καζαμίας- Παπαπολυβίου (επιμ)  2008.

[2] Για μια αναλυτική παρουσίαση των παραγόντων που οδήγησαν στην εξέγερση του Οκτωβρίου βλ.  τη σχετική παράγραφο στο Σακελλαρόπουλος  2017

[3] Για την ακρίβεια και σημαντικό τμήμα των τουρκοκύπριων βρισκόταν σε αντιπαράθεση με τους βρετανούς αλλά το περιεχόμενο του παρόντος άρθρου δεν μας επιτρέπει να  υπεισέρθουμε σε αυτό το θέμα. Για πιο αναλυτικά βλ. Σακελλαρόπουλος 2017, Κτωρής 2013, Nevzat 2005.

[4] Στο Νομοθετικό, που συνιστούσε ένα όργανο ‘αυτοκύβέρνησης’, συμμετείχαν εννιά ελληνοκύπριοι, τρεις τουρκοκύπριοι και έξι βρετανοί, Στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων οι τουρκοκύπριοι ψήφιζαν μαζί με τους βρετανού και τότε το ζήτημα έληγε χάρη στη νικώσα ψήφο του βρετανού Κυβερνήτη. Στις, λίγες, περιπτώσεις που τουρκοκύπριοι είχαν ψηφίσει μαζί με τους ελληνοκύπριους τότε ο Κυβερνήτης έκανε χρήση του δικαιώματος να αναπέμψει το ζήτημα στο Λονδίνο όπου η βρετανική κυβέρνηση έπαιρνε και την τελική απόφαση. 

[5] Για τη στάση των τουρκοκυπρίων βλ. Nevzat 2005: 408,  Σακελλαρόπουλος 2017, Μπουλετή 2008: 425; 428

[6] Για τη σχετική ενδοελληνοκυπριακή αντιπαράθεση βκ. Κατσιαούνης 2000: 45.