Γαλλία: Προ των πυλών της εξουσίας ο Ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός – τα στοιχήματα του δεύτερου γύρου
Με έναν τρόπο ήταν ένα αποτέλεσμα αναμενόμενο. Στις εκλογές με τη μεγαλύτερη συμμετοχή από το 1986, άρα και τη μεγαλύτερη κινητοποίηση ο Ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν και του Ζορντάν Μπαρντελά έχει τη μεγαλύτερη εκλογική του επιτυχία με τα exit poll να του δίνουν 34,2%, μπροστά από το Νέο Λαϊκό Μέτωπο που πήρε 29,1% και την παράταξη Μακρόν που της δίνουν 21,5%, ενώ 10% αναμένεται να πάρει το δεξιό κόμμα των Ρεπουμπλικάνων.
Το αποτέλεσμα αποτελεί μια πολιτική νίκη για τον Εθνικό Συναγερμό, ενώ παρά την τρίτη θέση σχετική επιτυχία αποτελεί και το αποτέλεσμα της παράταξης Μακρόν, ιδίως εάν συγκριθεί με το καταστροφικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Από την άλλη η Αριστερά πήγε καλύτερα από τις βουλευτικές του 2022 όμως δεν κατάφερε να έχει εκείνη την επιπλέον δυναμική που θα της έδινε αέρα απόλυτης πλειοψηφίας στον δεύτερο γύρο.
Αυτό σημαίνει ότι ένα κόμμα που στην αφετηρία του έχει τους συνεργάτες των Ναζί και τους απολογητές των βασανιστηρίων στις αποικίες και το οποίο θεωρείτο «εκτός συνταγματικού τόξου» βρίσκεται κοντά στο να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση στον δεύτερο γύρο που θα γίνει την Κυριακή 7 Ιουλίου.
Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να θεωρείται σίγουρο, μια που πολλά θα κριθούν στον δεύτερο γύρο και το πώς τελικά θα συσπειρωθούν οι ψηφοφόροι στον δεύτερο γύρο.
Και αυτό γιατί οι εκτιμήσεις είναι ότι στον πρώτο γύρο θα εκλεγούν 65-85 βουλευτές από τους 577, πράγμα που σημαίνει ότι πολύ μεγάλος αριθμός θα πάει στο δεύτερο γύρο. Εκεί υπάρχουν 285-315 έδρες που θα κριθούν σε «τριγωνικές μάχες», δηλαδή σε μάχες με τρεις υποψήφιους και 150-170 θα είναι με «μονομαχίες».
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το ερώτημα είναι τι θα κάνει το τρίτο κόμμα. Και αυτό αφορά το εάν η παράταξη Μακρόν θα μετατρέψει την δήλωση του Γάλλου Προέδρου για δημοκρατική συσπείρωση σε απόσυρση των υποψηφίων της, όπου αυτή είναι τρίτοι, προς όφελος του Νέου Λαϊκού Μετώπου και κυρίως εάν οι ψηφοφόροι του Κέντρου θα κινηθούν με βάση τον φόβο για την Ακροδεξιά ή τη δυσανεξία τους για την Αριστερά. Πάντως για ο Ζαν Λουκ Μελανσόν ήδη δήλωσε απόσυρση των υποψηφίων του Νέου Λαϊκού Μετώπου όπου είναι τρίτοι για να μην εκλεγεί ο υποψήφιος της Ακροδεξιάς.
Και βέβαια το ζήτημα είναι δεν είναι μόνο πώς θα συμπεριφερθούν οι κομματικές ηγεσίες και οι υποψήφιοι, αλλά κυρίως πώς θα κινηθούν τα διαφορετικά εκλογικά μπλοκ και οι κοινωνικές συμμαχίες που αντανακλούν. Αυτό αφορά καταρχάς τους ψηφοφόρους της δεξιάς και κεντροδεξιάς που δεν συστρατεύτηκαν με την Ακροδεξιά και εάν στον δεύτερο γύρο θα πάνε να ψηφίσουν υποψηφίους της Αριστεράς ή εάν θα στηρίξουν την Ακροδεξιά. Αντίστοιχα, όπως ήδη σημειώσαμε, υπάρχει το ερώτημα του τι θα κάνουν οι ψηφοφόροι της παράταξης Μακρόν και εάν τελικά θα κινηθούν όντως σε μια λογική δημοκρατικής άμυνας απέναντι στην Ακροδεξιά.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Μαρίν Λεπέν, που κατάφερε να εκλεγεί από τον πρώτο γύρο, έσπευσε να ορίσει ως βασικό αντίπαλο την «Άκρα Αριστερά», παρουσιάζοντάς την ως κύρια δύναμη του Νέου Λαϊκού Μετώπου σε μια εμφανή προσπάθεια να ενισχύσει τα αντιαριστερά αντανακλαστικά των δεξιών, κεντροδεξιών και κεντρώων ψηφοφόρων.
Στο παρελθόν το αντανακλαστικό ενάντια στην Άκρα Δεξιά υπήρξε αρκετό ώστε να εκλεγούν οι αντίπαλοί της στις προεδρικές εκλογές, ξεκινώντας από τις εκλογές του 2002. Όμως, πλέον δεν είναι καθόλου δεδομένο, σε μια χώρα όπου ένα μεγάλο μέρος των αγροτικών και παραδοσιακών εργατικών στρωμάτων έχει μετατοπιστεί προς την Άκρα Δεξιά, η Αριστερά έχει τη διανοητική εργασία, τη νεολαία και τα «προάστια» και η προεδρική παράταξη μεγάλο μέρος της «μεσαίας τάξης» και όπου δεν ισχύουν οι παραδοσιακές πολιτικές αναγνωρίσεις της «Πέμπτης Δημοκρατίας».
Και παρότι η Αριστερά προσπαθεί να διεκδικήσει όσο το δυνατόν περισσότερες έδρες στον δεύτερο γύρο, διεκδικώντας να σχηματίσει κυβέρνηση, υπάρχει παράλληλα και ο υπολογισμός της παράταξης Μακρόν, που ελπίζει ότι εάν αποτραπεί η απόλυτη πλειοψηφία της Ακροδεξιάς, ανοίγει ο δρόμος για κυβερνήσεις συνεργασίας όπου θα διατηρήσει ρόλο ρυθμιστή, ιδίως εάν αναλογιστούμε ότι τα πήγε καλύτερα από τις Ευρωεκλογές. Καθόλου τυχαία η Μαρίν Λεπέν έθεσε ως κύριο στόχο την απόλυτη πλειοψηφία, αντιλαμβανόμενη ότι οποιοδήποτε άλλο ενδεχόμενο απομακρύνει το ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης του Εθνικού Συναγερμού.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι αυτή τη στιγμή η πιθανότητα μιας Ακροδεξιάς κυβέρνησης είναι υπαρκτή, αλλά δεν είναι σημαίνει ότι θα είναι εύκολη, καθώς είναι πολύ πιθανό η Ακροδεξιά να έχει τη σχετική και όχι την απόλυτη πλειοψηφία.
Βεβαίως, σε περίπτωση που όντως ο Εθνικός Συναγερμός βρεθεί να μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση τότε μιλάμε για έναν πραγματικό σεισμό όχι μόνο για τη Γαλλία αλλά και για την Ευρώπη, εάν αναλογιστούμε την ειδική βαρύτητα της Γαλλίας στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, που είναι σαφώς πιο μεγάλη από αυτή της Ιταλίας όπου κυβερνά η επίσης προερχόμενη από την Ακροδεξιά Τζόρτζια Μελόνι. Αυτό εξηγεί τόσο την ανησυχία όσο και την αμηχανία που ήδη καταγράφεται στις λοιπές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.