Νόμιμη αλλά πολιτικά εσφαλμένη η παρακολούθηση;
Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια της δήλωσής του για τη θεσμικά απαράδεκτη παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη έκανε λόγο για νόμιμη (αλλά πολιτικά εσφαλμένη) ενέργεια.
Ωστόσο, από πού ακριβώς έβγαλε το συμπέρασμα ο πρωθυπουργός ότι η παρακολούθηση του αρχηγού του τρίτου σε δύναμη κοινοβουλευτικού κόμματος ήταν νόμιμη;
Επειδή είχε εγκριθεί απλώς από την αρμόδια Εισαγγελέα Εφετών, όπως ορίζει ο νόμος για τις μυστικές υπηρεσίες, δηλαδή το άρθρο 5 του Ν. 3649/2008;
Ωστόσο μια εισαγγελική διάταξη για την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου (και μάλιστα ενός πολιτικού αρχηγού) είναι απαραίτητο επιπλέον να είναι και ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ.
Και για να είναι αιτιολογημένη μια εισαγγελική διάταξη είναι απαραίτητο να υπάρχουν πραγματικά γεγονότα, αποδεικτικά στοιχεία και «υπαγωγικοί συλλογισμοί» επί τη βάσει των οποίων αξιολογήθηκε ότι συνέτρεχαν ΛΟΓΟΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ για την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου!
Αυτό επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 139 του ΚΠΔ, δηλαδή η γενική ρύθμιση του ΚΠΔ για την αιτιολογία των εισαγγελικών διατάξεων.
Και το εκρηκτικό ερώτημα είναι το εξής: Υπήρχαν άραγε συγκεκριμένα πραγματικά γεγονότα ή συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία που εξειδίκευαν τους λόγους «εθνικής ασφάλειας» ένεκα των οποίων καταλύθηκε η «ιδιωτική σφαίρα» του κ. Ανδρουλάκη και ήρθη το απόρρητο των συνδιαλέξεών του;
Εάν δεν υπήρχαν, τότε δεν ήταν νόμιμη η παρακολούθηση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη!
Ωστόσο, η ελληνική κοινωνία θα ήθελε να πληροφορηθεί ποιοι ήταν οι ακριβείς λόγοι που οδήγησαν στην παρακολούθηση του τηλεφώνου ενός πολιτικού αρχηγού.
Και σε αυτό το επίπεδο υπάρχουν, κατά την αξιολογική μου κρίση, και ευθύνες των εισαγγελικών λειτουργών οι οποίοι με έναν «βιομηχανοποιημένο τρόπο» εκδίδουν τέτοιες αναιτιολόγητες διατάξεις για την άρση του απορρήτου (ένεκα λόγων εθνικής ασφαλείας).
Και το λέω αυτό γιατί κατά την περίοδο 2014-2017 είχαν εκδοθεί 7.182 εισαγγελικές διατάξεις που διέταζαν την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου ελλήνων πολιτών με την επίκληση της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας («Το Βήμα», 30/12/2019).
Λες και η χώρα μας ήταν ένα «ξέφραγο αμπέλι» που είχε κατακλυστεί από εκατομμύρια τρομοκράτες!
Και υπό την έννοια τούτη πιστεύω ότι είναι απαραίτητο να αλλάξει η νομοθεσία για την άρση του απορρήτου (με την επίκληση λόγων ασφαλείας) και οι σχετικές εισαγγελικές διατάξεις μέσα σε τρεις ημέρες να επικυρώνονται από βούλευμα του αρμόδιου Συμβουλίου.
Και ίσως εναντίον αυτού του βουλεύματος θα πρέπει να συζητήσουμε για τη δυνατότητα άσκησης ενός ενδίκου μέσου εκ μέρους του πολίτη που ήρθη το τηλεφωνικό του απόρρητο.
Διαφορετικά, όταν παρακολουθούνται παράτυπα «οι ζωές των άλλων», τότε είναι σίγουρο ότι μεταβαίνουμε σε ένα επικίνδυνο δικονομικό και πολιτικό αυταρχισμό!