Γιατί δεν μπορούμε να πενθήσουμε για τον Κόλιν Πάουελ
O πρώτος Aφροαμερικάνος υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος δεν τίμησε καθόλου την καταγωγή του απο μια καταπιεσμένη μειονότητα, ξεκίνησε τη στρατιωτική του καριέρα στο Σώμα Εκπαίδευσης Εφέδρων Αξιωματικών (ROTC), ενώ υπήρξε μέλος της φοιτητικής αδελφότητας «Εθνική Εταιρεία Τυφεκίων Πέρσινγκ». Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του εντάχθηκε ως δεύτερος υπολοχαγός στον αμερικανικο στρατο. Κατά την εκπαίδευσή του στην πολιτεία της Τζότζια, αναφέρεται πως δέχτηκε ρατσιστικές διακρίσεις, οι οποίες όμως δεν τον αποθάρρυναν. Ο Πάουελ ηταν αποφασισμένος να σταθεί ισότιμα δίπλα στους λευκούς αποικιοκράτες χασάπηδες ως ίσος προς ίσο.
Έλαβε μέρος στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο των ΗΠΑ στο Βιετνάμ ως σύμβουλος του Στρατού του Νοτίου Βιετνάμ (ARVN) , όπου τραυματίστηκε και αναγκάστηκε να επιστρέψει. Ο Πάουελ επέστρεψε στο Βιετνάμ ως ταγματάρχης το 1968, υπηρετώντας ως βοηθός επικεφαλής των επιχειρήσεων για την 23η Αμερικανική Μεραρχία Πεζικού, όπου παρασημοφορήθηκε με το Μετάλλιο Στρατιώτη. Εκεί κατηγορήθηκε για συγκάλυψη των εγκλημάτων που πραγματοποίησε ο αμερικάνικος στρατός, όπως η σφαγή του Mỹ Lai.
«Ο Πάουελ ήταν ο αρχιτέκτονας της εισβολής του Παναμά το 1989 και του πολέμου του Περσικού Κόλπου το 1991», έγραψαν οι New York Times στις 18 Οκτωβρίου, εφαρμόζοντας την τακτική γρήγορες νίκες, λίγες απώλειες στις ΗΠΑ, συνοδευόμενη από τρομερά εγκλήματα πολέμου. Ο πρώην γενικός εισαγγελέας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και ακτιβιστικής ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κινήματος ειρήνης Ράμσεϊ Κλαρκ, έγραφε στο βιβλίο «Εγκλήματα Πολέμου» (Maisonneuve Press, Ουάσιγκτον, 1992): «Στον Παναμά, οι ΗΠΑ βομβάρδισαν έργα κατοικίας πολιτών. Στο Ιράκ, εκτός από δολοφονικές επιθέσεις εναντίον πολιτικών στόχων, οι ΗΠΑ παγίδευσαν τους Ιρακινούς στρατιώτες που υποχώρησαν το 1991 μετά τον επίσημο τερματισμό του πολέμου και έσφαξαν χιλιάδες από αυτούς σε έναν δρόμο που στη συνέχεια ονομάστηκε ‘αυτοκινητόδρομος του θανάτου’».
Όπως αναφέρει η Τερίνα Χάιν από τη Συμμαχία «Σταματήστε τον Πόλεμο» στο Ηνωμένο Βασίλειο, ήταν πρόεδρος των του ενιαίου κοινού επιτελείου στρατού στις αρχές της δεκαετίας του 1990, επιβλέποντας τις επιχειρήσεις «Καταιγίδα της Ερήμου» κατά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, ο οποίος οδήγησε στον θάνατο 100.000 έως 200.000 αμάχων. Ως υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μπους, υποστήριξε μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου μια ταχεία στρατιωτική απάντηση στο Αφγανιστάν. Όταν τα αμερικανικά στρατεύματα επέστρεψαν στο σπίτι, τα επόμενα 12 χρόνια του συνολικού αποκλεισμού των ΗΠΑ, τα μονομερή καταναγκαστικά μέτρα συνεχίστηκαν συνεχίστηκαν, σκοτώνοντας περισσότερους από 1,5 εκατομμύρια Ιρακινούς, μέχρι την εισβολή και την κατοχή του 2003.
Σύμφωνα με το παλαιότερο άρθρο του Μπιλ Ντόρς στο Struggle La Lucha: «Μεταξύ 27 Ιανουαρίου και 28 Φεβρουαρίου 1991, τα αμερικανικά αεροπλάνα έριξαν 88.500 τόνους βομβών στο Ιράκ, σκοτώνοντας 110.000 ανθρώπους. Κατέστρεψαν τα διυλιστήρια πετρελαίου της χώρας, το ηλεκτρικό δίκτυο, τα αντλιοστάσια νερού, τις μονάδες επεξεργασίας λυμάτων, τη βιομηχανία τροφίμων και φαρμάκων. Και το μοναδικό εργοστάσιο για παιδικά παρασκευάσματα». Μοναδικός τους στόχος ήταν η διάλυση της εθνικής πετρελαϊκής βιομηχανίας του Ιρακ, προς όφελος των αμερικανικών εξορυκτικών ομίλων.
Η εισβολή χρειαζόταν ένα άλλοθι και αυτό της το παρείχε ο Πάουελ, ο οποίος έμεινε στην ιστορία για την 75λεπτη ομιλία του στον ΟΗΕ, με την οποία «αποκάλυψε» τα υποτιθέμενα ευρήματα των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών για την ύπαρξη χημικών και βιολογικών όπλων στο Ιρακ. Βασίστηκε σε μαρτυρίες που οι ίδιες οι αμερικάνικες υπηρεσίες είχαν χαρακτηρίσει λίγους μήνες πριν την επίθεση, ως αναξιόπιστες. Οι παραπάνω προφάσεις δεν συνοδεύτηκαν από καμία απόδειξη, παρά μόνο κάποιες φωτογραφίες φορτηγών σε ένα φερόμενο ως καταφύγιο όπλων μαζικής καταστροφής. Παρουσίασε σωλήνες αλουμινίου που υποτίθεται ότι χρησιμοποιούνταν για εμπλουτισμό ουρανίου, παρότι οι ειδικές υπηρεσίες του υπουργείου του είχαν αρνηθεί τις υποψίες, με αποτέλεσμα τη παραίτηση του διευθυντή Πληροφοριών και Έρευνας (INR) του υπουργείου Εξωτερικών λίγους μήνες αργότερα.
Οι μαρτυρίες αποδείχτηκαν εντελώς ψευδείς καθ’ ομολογία του ίδιου του Ιρακινού πληροφοριοδότη Ράφιντ Αχμεντ Αλουάν αλ-Τζανάμπι, ο οποίος πραδέχτηκε μετά από χρόνια στο Guardian: «Είχα την ευκαιρία να κατασκευάσω κάτι που θα ανέτρεπε το καθεστώς». Αυτή η «μελανή κιλήδα» στην οποία αναφέρονται τα αμερικάνικα μέσα ενημέρωσης, για τον ιρακινό λαό ήταν η νομιμοποίηση μιας εισβολής με χιλιάδες θύματα που δεν μπορούν να γυρίσουν πίσω.
Όπως σημειώνει ο Τζον Καταλινότο μέσω της ιστοσελίδας Peoples World, «κάθε μαύρος που καταθέρνει να διοριστεί σε αυτές τις θέσεις πρέπει να έχει τεράστιο κίνητρο και ταλέντο». Ωστόσο, «αντί να γίνει ήρωας για τους καταπιεσμένους, έγινε υπηρέτης της δισεκατομμυριούχου άρχουσας τάξης, ενάντια στους καταπιεσμένους».
Τα μέινστριμ μίντια απεικονίζουν το προφίλ του Πάουελ, ως ενός μαύρου άνδρα που κατέκτησε το αμερικάνικο όνειρο, με το CNN να αναπαράγει με υπερηφάνεια το απόσπασμα από την ομιλία της ορκομωσίας του το 2001: «Ακολουθήστε το μοντέλο μας(…), αν πιστεύετε στις αξίες που ενστερνιζόμαστε, μπορείτε να δείτε τα πράγματα τόσο θαυματουργά όσο εμένα να βρίσκομαι μπροστά σας για να λάβω την έγκρισή σας». Ο «ειλικρινής» Πάουλ, όπως τον αναφέρει το MSNBC, είναι ο ίδιος άνθρωπος που εξαπέλυσε επί 76 λεπτά ανερυθρίαστα ψέματα στη διεθνή κοινότητα, για τη δικαιολόγηση μιας εισβολής. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είπε ότι ο Πάουελ «ενσάρκωνε τα υψηλότερα ιδανικά τόσο του πολεμιστή όσο και του διπλωμάτη».
Η συντάκτρια του Jacobin, Μπέλεν Φερνάντες, έχει άλλη άποψη, καλώντας μας μέσω της στήλης της στο Al Jazeera, να σταματήσουμε να είμαστε ευγενικοί: ο Κόλιν Πάουελ ήταν δολοφόνος!