Γιατί τα Ελληνικά πανεπιστήμια δεν είναι τα χειρότερα στον κόσμο;
Γιατί τα Ελληνικά πανεπιστήμια δεν είναι τα χειρότερα στον κόσμο;
ή αλλιώς
Πώς εξηγείται ότι τα Ελληνικά πανεπιστήμια συνεχίζουν να βρίσκονται σε σχετικά καλές θέσεις στη διεθνή αξιολόγηση ενώ όλα συνηγορούν για το αντίθετο;
Μήπως οφείλεται στην υψηλή χρηματοδότησής τους;
Η χρηματοδότηση των ελληνικών πανεπιστημίων από τον κρατικό προϋπολογισμό ενώ ήταν ήδη χαμηλή συνεχίζει να μειώνεται διαρκώς σε βαθμό που πολλά τμήματα να μην μπορούν να καλύψουν βασικά λειτουργικά τους έξοδα και πολλές από τις ανάγκες τους να καλύπτονται κι αυτές από την ελληνική οικογένεια με μορφή διδάκτρων σε μεταπτυχιακά προγράμματα. Ταυτόχρονα, η δυνατότητα να αντλήσουν τα πανεπιστήμια ίδιους πόρους από χρηματοδοτήσεις είναι περιορισμένη για διάφορους λόγους, κάποιοι εκ των οποίων θα αναδειχθούν και παρακάτω.
Μήπως είναι το αξιόλογο διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό;
Όσο αξιόλογο κι αν είναι, που είναι, το προσωπικό του πανεπιστημίου, είναι επίσης αναγκασμένο να ξοδεύει τον περισσότερο διαθέσιμο χρόνο του σε γραφειοκρατικές διεκπεραιώσεις μιας υποστελεχωμένης διοίκησης του πανεπιστημίου χωρίς καμία διοικητική υποστήριξη για τις δράσεις εξωστρέφειας, δικτύωσης και την αναζήτηση εξωτερικής χρηματοδότησης. Άλλωστε και η αναλογία διδασκόντων/διδασκομένων, από τις χαμηλότερες στον κόσμο, δεν δημιουργεί προϋποθέσεις για διδασκαλία υψηλού επιπέδου. Κι αντί να γίνουν μόνιμοι διορισμοί για να αυξηθεί η αναλογία, το σχέδιο είναι να διαγραφούν ανενεργοί φοιτητές που καμιά ουσιαστική επιβάρυνση δεν δημιουργούν στα ιδρύματα.
Μήπως είναι η υψηλή εκτίμηση που χαίρει το πανεπιστήμιο από εξω-πανεπιστημιακούς φορείς;
Η εικόνα που έχουν οι κυβερνητικοί φορείς για τα πανεπιστήμια, όπως αυτή προβάλλεται κι από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι ότι αποτελούν άνδρα εγκληματιών και άσυλα κακοποιών (δηλαδή φοιτητών που αντιγράφουν, κλέβουν, πωλούν ναρκωτικά και οργανώνουν τρομοκρατικές ενέργειες), ιδρύματα φροντίδας για κακοποιημένους καθηγητές με Σύνδρομο της Στοκχόλμης, ή καφενεία που αράζουν λιμνάζοντες φοιτητές που καταχρώνται της φοιτητικής μέριμνας που έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει. Με βάση αυτή την εικόνα είναι να απορεί κανείς που η ελληνική οικογένεια όχι μόνο θέλει να στείλει τα παιδιά της εκεί μέσα, αλλά και προβαίνει σε τεράστιες στερήσεις για χρόνια προκειμένου να το καταφέρει. Αν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όμως, έτρεφαν ένα στοιχειώδες ενδιαφέρον για το ελληνικό πανεπιστήμιο, αυτές τις μέρες που συζητιέται ένα τόσο σημαντικό νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση θα είχαν φροντίσει να διοργανώσουν έστω και μία πολιτική συζήτηση για τον νέο νόμο, όπως γινόταν κάποτε στα τηλεοπτικά κανάλια. Αντίθετα, προβάλουν αποκλειστικά και μόνο διαγωνισμούς μυϊκών, φωνητικών, μαγειρικών και άλλων δεξιοτήτων, ζωντανά γλέντια και σήριαλ.
Μήπως είναι η σύνδεσή του με την πραγματική οικονομία, όπως θέλει το οικονομικό σύστημα το οποίο θα πρέπει άλλωστε και να υπηρετεί;
Είναι καλά συνδεδεμένο το ελληνικό πανεπιστήμιο με την αγορά εργασίας; Είναι συνδεδεμένο με την βιομηχανία η οποία επίσης το χρηματοδοτεί όπως κάνει σε μεγάλα πανεπιστήμια (π.χ., ΜΙΤ, UCL, École Polytechnique, κοκ) με τα οποία συχνά συγκρίνεται μόνο για να προκαλέσει γέλια; Σε μια χώρα που βαριά βιομηχανία θεωρείται ο τουρισμός και η ανεργία στους νέους βρίσκεται στα ύψη φταίει το πανεπιστήμιο που βγάζει άνεργους απόφοιτους; Αν έφταιγε το ελληνικό πανεπιστήμιο οι απόφοιτοί του δεν θα έβρισκαν ανοιχτές τις πόρτες για εργασία ή για σπουδές ανώτερου επιπέδου στο εξωτερικό, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Με την αγορά εργασίας σε εγχώριο επίπεδο όμως συνδέεται επίσης εξαιρετικά καθώς οι απόφοιτες των πολυτεχνείων μπορούν να φτιάξουν ωραιότατο καφέ που σερβίρουν με επίσης μεγάλη επιτυχία οι απόφοιτοι των κοινωνικών επιστημών.
Ο λόγος που χρόνια τώρα τα πανεπιστήμιά μας κρατιούνται σχετικά ψηλά στις διεθνείς κατατάξεις, παρόλο που καμία βασική προϋπόθεση για αυτό δεν ικανοποιείται θα πρέπει να αναζητηθεί αλλού. Ένας βασικός λόγος είναι η κοινότητα που δημιουργούταν στους κόλπους του. Ένα βιότοπο μεγάλης ποικιλομορφίας που οφειλόταν όχι μόνο στην εσωτερική ποικιλία αλλά και στην ανοιχτότητα της συγκεκριμένης κοινότητας απέναντι στην υπόλοιπη κοινωνία. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως η έννοια της εκπαιδευτικής κοινότητας και οι τρόποι φροντίδας της βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε σύγχρονης προσέγγισης στον σχεδιασμό περιβαλλόντων μάθησης, έρευνας και δημιουργίας. Τα ελληνικά πανεπιστήμια ανθούσαν λόγω της διακίνησης των ιδεών στους κόλπους τους και σε αυτό συνέβαλαν και οι ομάδες, οι σύλλογοι, οι δράσεις, οι πρωτοβουλίες φοιτητών, καθηγητών, διοικητικών, άλλοτε μόνοι κι άλλοτε σε μεταξύ τους συνέργειες, που ήταν πάντα ανοιχτές προς άλλες κοντινές κοινότητες, τοπικές, επιστημονικές, εργατικές, πολιτισμικές, κοκ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως όσο πιο κοντά είναι το πανεπιστήμιο στην πόλη, τόσο πιο ισχυρή κοινότητα δημιουργεί κι αυτό φαίνεται και στις αξιολογήσεις του.
Δυστυχώς τα περιφερειακά πανεπιστήμια, έστω κι αν φτιάχτηκαν ειδικά για να συνδεθούν και να προσφέρουν στις τοπικές κοινωνίες, τοποθετήθηκαν τόσο μακριά από τις πόλεις που δεν κατάφεραν να συνδεθούν ουσιαστικά μαζί τους. Σε μια χώρα που δεν φημίζεται για τις δημόσιες συγκοινωνίες της, ειδικά από τότε που έπαψαν να είναι και δημόσιες, η σύνδεση της πόλης με το τοπικό πανεπιστήμιο είναι προβληματική και έτσι η πόλη δεν θρέφεται με ιδέες από αυτό ενώ το ίδιο το πανεπιστήμιο μετατρέπεται σε ένα αποστειρωμένο ίδρυμα για να πάει να κάνει κάποιος τα μαθήματά του. Μια κακή προέκταση του σχολείου/φροντιστηρίου δηλαδή.
Όχι, το πανεπιστήμιο δεν είναι ένας χώρος για να κάνει κάποιος τα μαθήματά του εντατικά, με ταχύτητα, επιμέλεια και αξιολογήσιμη ποιότητα ώστε να γίνει μόνο ένας καταρτισμένος επαγγελματίας. Είναι κι ένας χώρος που εκκολάπτονται πολίτες. Πολίτες δημοκρατικοί, με κριτική σκέψη, με αλληλεγγύη κι ευγενή άμιλλα κι όχι στυγνό ανταγωνισμό, με διάθεση για δημιουργία κι όχι μόνο για κατανάλωση, με εργαλεία αναζήτησης της γνώσης κι όχι άκριτης απορρόφησης της πληροφορίας. Ο στόχος αυτός του πανεπιστημίου, που συχνά υποτιμάται στη τοποθέτησή του ως πυλώνα ενός νεοφιλελεύθερου συστήματος οργάνωσης της παραγωγής και της κατανάλωσης, δεν μπορεί να κατακτηθεί παρά μόνο αν υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες για να δημιουργηθεί και να αναπνεύσει η πανεπιστημιακή κοινότητα, σε σύνδεση πάντα με την κοινωνία.
Η πανεπιστημιακή κοινότητα δεν οφείλει απλώς να ενδυναμωθεί αλλά πρέπει και να εμπλουτιστεί ώστε να συμπεριλάβει και ακόμη λιγότερο προνομιούχα κομμάτια της πολυπολιτισμικής πια κοινωνίας μας που έχουν περιθωριοποιηθεί. Δυστυχώς όμως το νέο νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση όχι μόνο δεν κινείται προς μια κατεύθυνση ενίσχυσης αυτής της κοινότητας, αλλά προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Απομονώνει το πανεπιστήμιο από την κοινωνία, το κάνει ένα αποστειρωμένο, περιφρουρημένο μέρος, με είσοδο μόνο στους έχοντες εργασία. Κοινότητα που δεν αυτοθεσμίζεται δεν είναι κοινότητα και κοινότητα που επιτηρείται από εξωκοινοτικές δυνάμεις (ειδικά από ένστολους και οπλισμένους) δεν είναι ελεύθερη κοινότητα. Και μόνο οι ελεύθερες κοινότητες είναι δημιουργικές.
Και τώρα κάποιος θα βρεθεί να πει ότι είμαι ανεκτικός στη βία και την εγκληματικότητα που τόσα χρόνια ταλανίζουν τα ελληνικά πανεπιστήμια. Δυστυχώς δεν αποτελούν οι χώρου του πανεπιστημίου τον προνομιακό χώρο άσκησης βίας και κακοποίησης. Τα περιστατικά αυτού του είδους, που σίγουρα υπάρχουν αλλά συχνά υπερτονίζονται στον δημόσιο λόγο για να υποτιμηθεί το πανεπιστήμιο, δεν είναι περισσότερα από όσα συμβαίνουν σε άλλους χώρους, όπως στις συγκοινωνίες, στις εφορίες, στο χωράφι ή στο κυνήγι. Ο χώρος με τα υψηλότερα επίπεδα εμφάνισης καθημερινής και συστηματικής βίας και κακοποίησης στο εσωτερικού του, δυστυχώς δεν είναι το πανεπιστήμιο, είναι η οικογένεια. Κι αυτό με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν, τα οποία εκτιμώνται ως εξαιρετικά ελλιπή για να δείξουν την πραγματική εικόνα της ενδοοικογενειακής βίας. Η κυβέρνηση ήδη ανακοίνωσε ότι θα φτιάξει κι άλλο ένα νέο σώμα της αστυνομίας για τις συγκοινωνίες μετά το πρόσφατο βίαιο συμβάν που έλαβε δημοσιότητα. Ελπίζω μόνο να μην επεξεργάζεται κάποιο αντίστοιχο σχέδιο και για την ενδοοικογενειακή βία.
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο τα πανεπιστήμιά μας βρίσκονται σε σχετικά καλές θέσεις στις διεθνείς αξιολογήσεις, είναι διότι σε αυτές μετράει πολύ και το παραγόμενο ερευνητικό έργο των πανεπιστημίων. Και στα δικά μας πανεπιστήμια παράγεται έργο με μεγάλη υπεραξία αφού το εργατικό δυναμικό που το παράγει εργάζεται πολύ και κάτω από πολύ κακές συνθήκες εργασίας. Το μόνιμο διδακτικό, ερευνητικό και διοικητικό προσωπικό εργάζεται στην πλειονότητά του κακοπληρωμένο, σε διευρυμένο πεδίο εργασιών που δεν συμπεριλαμβάνονται στα τυπικά καθήκοντά του, καλύπτοντας τις διάφορες τρύπες του συστήματος. Ένας τεράστιος στόλος από συμβασιούχους ερευνητές και έκτακτο διδακτικό προσωπικό που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες λειτουργίας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων εργάζεται σε συνθήκες πλήρους επισφάλειας, ενώ μαζί με υποψήφιους διδάκτορες, μεταπτυχιακούς και προπτυχιακούς φοιτητές παράγουν ερευνητικό έργο συχνά απλήρωτοι και χωρίς κανένα εργασιακό πλαίσιο που να ρυθμίζει δικαιώματα και υποχρεώσεις τους.
Ο τρόπος να αναδειχθούν και να ανατραπούν αυτές οι συνθήκες εργασίας ξεκινά από την αναγνώρισή τους, αρχικά από την ίδια την κοινότητα για την οργάνωση κοινών αγώνων συνδεδεμένων με την κοινωνία της οποίας έτσι κι αλλιώς είμαστε κομμάτι. Η διάρρηξη της όποιας συνοχής είχε η κοινότητά μας και η απομόνωσή της από την κοινωνία, όπως αυτή επιδιώκεται με το νέο νομοσχέδιο, θα έχει όμως ως αποτέλεσμα την επιδείνωση του εργασιακού κλίματος μέσα στο πανεπιστήμιο. Κι αυτό δεν θα εμφανιστεί μόνο στις ζωές μας αλλά και στα νούμερα. Ας ελπίσουμε ότι τότε δε θα είναι αργά για ουσιαστικές αλλαγές στην εκπαίδευση που θα κάνουν το σχολείο πιο ενδιαφέρον και το πανεπιστήμιο πιο ελεύθερο και δημιουργικό.