Αμφίβολη μεσοπρόθεσμα η παραμονή της Ιταλίας στο ευρώ

Κώστας Ράπτης

Είναι βιώσιμη η παραμονή της Ιταλίας στη νομισματική και οικονομική ένωση; Το ερώτημα μπορεί να ακούγεται φιλολογικό, όμως μετά από δύο δεκαετίες στασιμότητας, που συμπίπτουν με τη συμμετοχή της στο πείραμα του ευρώ η γειτονική μας χώρα περνά, μετά και το πλήγμα του κορονοϊού, μια οικονομική δοκιμασία, η οποία δύσκολα μπορεί επιλυθεί στο πλαίσιο της υπάρχουσας ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής. Η “ώρα της αλήθειας” πλησιάζει τόσο για τους Βόρειους και τους Νότιους της Ε.Ε., όποιες και αν είναι οι υποκειμενικές τους προθέσεις – που και αυτές δεν εμφανίζονται τελευταία πολύ φιλικές.

Ο μεγαλοεπενδυτής και θερμός συνήγορος της ευρωπαϊκής ενοποίησης Τζορτζ Σόρος υπήρξε σαφής. “Ανησυχώ ιδιαίτερα για την Ιταλία. Τι θα απομείνει από την Ε.Ε. χωρίς την Ιταλία; Ήταν κάποτε η πιο φιλοευρωπαϊκή χώρα” επεσήμανε σε συνέντευξή του στην ολλανδική εφημερίδα “De Telegraaf”.

Μαζί του συμφωνεί, όλως παραδόξως, όπως παραδέχεται και ο ίδιος, ο εμβληματικός Βρετανός αντιευρωπαϊστής Νάιτζελ Φαράζ, ο οποίος από καιρό υποστηρίζει ότι η χώρα που προορίζεται να ακολουθήσει το Ηνωμένο Βασίλειο στον δρόμο της εξόδου είναι ακριβώς η Ιταλία.

 

Καταβύθιση της ανάπτυξης

Οι αριθμοί έχουν τη σημασία τους. Και το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής (Istat) της Ιταλίας σήμανε δύο φορές αυτή την εβδομάδα τον συναγερμό. Αρχικά δημοσιοποίησε τις εκτιμήσεις της ότι το ιταλικό ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 8,3% – ποσοστό κατά τι μικρότερο από τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ιταλίας περί ύφεσης της τάξης του 9,2%, αλλά και πάλι μεγαλύτερο από τον αναμενόμενο ρυθμό συρρίκνωσης κάθε άλλης χώρας της Ευρωζώνης και ασφαλώς πρωτόγνωρο για την ίδια την χώρα εδώ και δεκαετίες.

Προχθές, νέο σήμα κινδύνου προέκυψε από τα δεδομένα για τη βιομηχανική παραγωγή, η οποία, πάντα κατά το Istat, μειώθηκε τον Απρίλιο κατά 42,5%, σε ετήσια βάση και κατά 19,1% σε μηνιαία βάση. Ο τομέας των ενδυμάτων σημείωσε κάμψη άνευ προηγουμένου, η οποία άγγιξε το 80%, ενώ η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία, για πρώτη φορά στην ιστορία της, σημείωσε μηδενικές πωλήσεις.

 

Η δυναμική του χρέους

Με τέτοια δυναμική στον “παρονομαστή” του ΑΕΠ είναι πλέον βάσιμο το ερώτημα κατά πόσον η πορεία του ιταλικού δημόσιου χρέους, που αναμένεται να διαμορφωθεί τουλάχιστον στο 159%, έχει καταστεί ανεξέλεγκτη.

Ο γνωστός Γερμανός οικονομολόγος, Χανς-Βέρνερ Ζινν, πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου IFO υποστηρίζει ότι το ιταλικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Προτείνει μάλιστα τη διεξαγωγή εντός του 2022 ενός διεθνούς συνεδρίου για μερική διαγραφή του, κατά το προηγούμενο της συνόδου του Λονδίνου του 1954 που διέγραψε τα χρέη της Γερμανίας. Στην περίπτωση αυτή, ανέφερε στην εφημερίδα “Die Zeit”, η Bundesbank θα πρέπει να ανακεφαλαιοποιηθεί από το γερμανικό δημόσιο. Υπενθυμίζεται ότι η γερμανική κεντρική τράπεζα έχει μέσω του συστήματος πληρωμών Target2 ένα “άνοιγμα” ύψους ενός τρισ. ευρώ προς τις ομόλογές της και κυρίως την ιταλική.

 

Αντεγκλήσεις για τα “πακέτα”

Τα έκτακτα μέτρα που λαμβάνει για την επανεκκίνηση της ευρωπαϊκής οικονομίας μετά το λοκντάουν η ΕΚΤ, αλλά και αυτά που προτείνει στους “27” η Κομισιόν, καταφέρνουν να μην αφήνουν κανέναν ικανοποιημένο. Και αυτό γιατί οι μεν αγορές τίτλων που πολλαπλασιάζει η Φραγκφούρτη δεν υπακούν στο “κεφαλαιακό κλειδί”, ευνοώντας κυρίως τον Νότο και γεννώντας σε πολλούς Γερμανούς αναλυτές τον φόβο του εγκλωβισμού σε μια πληθωριστική παγίδα, ενώ οι προτάσεις των Βρυξελλών πατούν σε ασταθές νομικό έδαφος, τονώνοντας τον φόβο των Βόρειων εταίρων για διολίσθηση σε ενός είδους “μεταβιβαστική ένωση“.

Το άρθρο 122 (2) της Συνθήκης της Λισαβόνας το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα παροχής οικονομικής βοήθειας σε κράτος-μέλος που αντιμετωπίζει έκτακτες δυσκολίες (λ.χ. από φυσική καταστροφή) δεν μπορεί να αποτελέσει μόνιμη βάση αμοιβαιοποίησης του χρέους, ενώ ανοικτό παραμένει το ερώτημα κατά πόσον αναφέρεται σε επιχορηγήσεις ή δανεισμό. Σε κάθε περίπτωση, η απουσία “conditionality” δίνει πρόσθετα επιχειρήματα σε όσους (λ.χ. την Ολλανδία) επιδιώκουν την περιστολή του σκέλους των καθαρών επιδοτήσεων (500 δισ. ευρώ) από το συνολικό πακέτο των 750 δισ. ευρώ.

Από την άλλη πλευρά, εικονογραφεί παραστατικά την κατάσταση πνευμάτων στην Ιταλία το γεγονός ότι παραμένει παραμένουν ανέγγιχτα τα 36 δισ. ευρώ που δικαιούται η χώρα από τον ESM, παρά τις επισημάνσεις του υπουργού Οικονομικών Γκουαλτιέρι και του κεντρικού τραπεζίτη Βίσκο ότι κάτι τέτοιο δεν συνοδεύεται από κανένα ρίσκο. Και μόνο η φήμη του ESM καθιστά την προσφυγή στον μηχανισμό πολιτικά απαγορευτική.

 

Αποχώρηση επιθυμεί το 42% των Ιταλών

Το τοπίο αυτό των αντεγκλήσεων και της αίσθησης ότι η αλληλεγγύη υποχωρεί μπροστά στις εθνικές προτεραιότητες δεν προορίζεται να αφήσει αλώβητο και το πολιτικό πεδίο. Ακόμη και το ερώτημα της αποκατάστασης της ελευθερίας μετακίνησης εντός της Ε.Ε. αφήνει πληγές, καθώς οι περιορισμοί που διατηρούνται σε πολλά κράτη-μέλη για τους εξ Ιταλίας προερχόμενους, παρά τη βελτίωση των ιταλικών επιδημιολογικών δεδομένων, δημιουργεί πρόσθετες πικρίες. “Αν κανείς νομίζει ότι μπορεί να μας αντιμετωπίζει ως αποικία λεπρών, να ξέρει ότι δεν θα το αποδεχθούμε” εξεμάνη μέσω Facebook ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, Λουίτζι ντι Μάιο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε έρευνα της Tecne, το 42% των Ιταλών πολιτών δηλώνουν ότι επιθυμούν την αποχώρηση της χώρας τους από την Ε.Ε., έναντι μόλις 26% όσων δήλωναν το ίδιο τον Νοέμβριο. Το ότι το ένα τέταρτο των ίδιων αυτών “αντιευρωπαϊστών” εμφανίζεται έτοιμο να αλλάξει γνώμη, αν εμφανισθούν τα αντίστοιχα μέτρα οικονομικής βοήθειας από την Ε.Ε., μικρή παρηγοριά αποτελεί.

 

Τα δημοσκοπικά δεδομένα

Άλλωστε, η υπό τον Τζουζέπε Κόντε συγκυβέρνηση των Πέντε Αστέρων με το Δημοκρατικό Κόμμα δεν μπορεί να θεωρείται ευσταθής. Το δημοσκοπικά δεδομένα φέρουν το μπλοκ της Λέγκας του Ματέο Σαλβίνι, με τους ακόμη δεξιότερα ευρισκόμενους Fratelli d’ Italia να εξασφαλίζουν, με τη στήριξη της εναπομείνασας Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, άνετη κυβερνητική πλειοψηφία, όποτε διεξαχθούν εκλογές. Την δεξιά και ταυτοχρόνως αντιευτωπαϊκή μετατόπιση του εκλογικού σώματος αποτυπώνει η ενίσχυση κατά 10% (εις βάρος κυρίως της Λέγκας) των Fratelli d’ Italia, ενώ μόνη εξισορροπητική επί το φιλοευρωπαϊκότερο δύναμη καλείται να φανεί η Φόρτσα Ιτάλια.