Χιλή: νέο Σύνταγμα, νέο ξεκίνημα;

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Χιλή: νέο Σύνταγμα, νέο ξεκίνημα;



 

 

Στις 15 Νοεμβρίου η κυβέρνηση Πινιέρα και βουλευτές της αντιπολίτευσης, με εξαίρεση αυτούς του Κομμουνιστικού Κόμματος Χιλής (ΚΚΧ), υπέγραψαν τη «Συμφωνία για την Κοινωνική Ειρήνη και για ένα νέο Σύνταγμα». Η συμφωνία προβλέπει κάτι το οποίο πριν από τις ριζοσπαστικές κινητοποιήσεις του τελευταίου μήνα θα φάνταζε σενάριο επιστημονικής φαντασίας σε μια χώρα που για 30 χρόνια δεν έχει έρθει σε ουσιαστική ρήξη με τους θεσμούς που κληρονόμησε από τη δικτατορία: τη διενέργεια δημοψηφίσματος με σκοπό τη θέσπιση νέου Συντάγματος.

Στις κάλπες που θα στηθούν τον Απρίλιο του 2020 θα τεθούν δύο ερωτήματα: Το πρώτο είναι αν οι πολίτες θέλουν νέο Σύνταγμα για να αντικαταστήσει αυτό που ισχύει από το 1980, την εποχή της δικτατορίας. Είναι βέβαιο πως σε αυτό το ερώτημα θα υπερισχύσει το «ναι», καθώς όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 80%-90% των Χιλιανών θεωρεί πλέον αναγκαίο το νέο Σύνταγμα.

Το δεύτερο ερώτημα αφορά τη σύνθεση της συντακτικής συνέλευσης: αν θα πρέπει αυτή να αποτελείται αποκλειστικά από αντιπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών ή αν θα είναι μεικτή, με τα μισά της μέλη να είναι βουλευτές και τα άλλα μισά μέλη της κοινωνίας των πολιτών.

Η δεξιά κυβέρνηση, οι κεντρώες δυνάμεις (Χριστιανοδημοκράτες, Σοσιαλφιλελεύθεροι) και οι πολίτες που με αγωνία επιθυμούσαν την επιστροφή στην «κανονικότητα» ανέμεναν η συμφωνία να βάλει τέλος στις κινητοποιήσεις, προσφέροντας μια θεσμική διέξοδο στην κρίση των τελευταίων εβδομάδων.

Η αντίδραση, όμως, των περισσότερων κινητοποιημένων οργανώσεων και ανοιχτών συνελεύσεων ήταν αρνητική. Απέρριψαν τη συμφωνία, καθώς θεωρήθηκε ακόμη μια διευθέτηση ανάμεσα σε πολιτικές ηγεσίες που γυρνούν την πλάτη στον λαό, και αποφάσισαν να συνεχίσουν τις διαδηλώσεις. Σε αντίθεση, ωστόσο, με το ΚΚΧ, το άλλο μεγάλο κόμμα της Αριστεράς, ο αριστερός συνασπισμός «Ευρύ Μέτωπο» (Ε.Μ.), υπέγραψε τη συμφωνία και μπήκε σε κρίση: μέλη του και συνιστώσες χωρίς κοινοβουλευτική εκπροσώπηση απέρριψαν τη συμφωνία και εγκατέλειψαν τον συνασπισμό.

Πώς μπορούν να εξηγηθούν η αρνητική αντίδραση του κινήματος και η κρίση που η συμφωνία προκάλεσε στην Αριστερά; Και ποια είναι η πιθανή έκβαση των πολιτικών διεργασιών που λαμβάνουν σήμερα χώρα στη Χιλή;

Η βαριά κληρονομιά του Συντάγματος του 1980

Οι αποκλίνουσες τοποθετήσεις διαφορετικών τμημάτων της Αριστεράς πηγάζουν κατ’ αρχάς από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συμφωνίας της 15ης Νοεμβρίου και πιο συγκεκριμένα από το ότι άφησε σε εκκρεμότητα πολλά και καθοριστικά ζητήματα τόσο ως προς τον πολιτικό προσανατολισμό της μέλλουσας συντακτικής συνέλευσης όσο και για το θέμα της κοινωνικής ειρήνης.

Ως προς το τελευταίο, κανείς δεν γνωρίζει αν θα υπάρξουν ποινικές διώξεις εναντίον των φυσικών και ηθικών αυτουργών για τις κατά συρροήν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη διάρκεια των κινητοποιήσεων. Ως προς τη σύνθεση της συντακτικής συνέλευσης, δεν έχει αποφασιστεί ακόμη ούτε πόσοι θα συμμετάσχουν σε αυτήν, ούτε πότε, πώς και από ποιους θα εκλεγούν τα μέλη της.

Κανείς δεν γνωρίζει αν οι εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών στη συνέλευση θα πρέπει να ενταχθούν σε λίστες κομμάτων ή αν κοινωνικές οργανώσεις θα έχουν δυνατότητα αυτόνομης συμμετοχής, αν θα υπάρχει ισότητα ανδρών-γυναικών, αν θα εκπροσωπηθούν οι αυτόχθονες πληθυσμοί, πώς θα χρηματοδοτηθεί η εκστρατεία κάθε ομάδας κτλ.

Οι ασάφειες της συμφωνίας εξηγούνται από τον βαθιά αντιδραστικό χαρακτήρα του ισχύοντος Συντάγματος. Προκειμένου να εξασφαλίσει την επιβίωση του πολιτικού και κοινωνικοοικονομικού κατεστημένου που δημιούργησε η δικτατορία, το Σύνταγμα του 1980 δεν προβλέπει τη δυνατότητα ριζικής αναθεώρησής του και δυσχεραίνει ακόμη και τις επιμέρους, δευτερεύουσες αλλαγές.

Με δυο λόγια, η δημιουργία νέου Συντάγματος δεν προβλέπεται από το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Το αν και πώς θα συνταχθεί νέο Σύνταγμα εξαρτάται ολοκληρωτικά από τη βούληση των πολιτικών κομμάτων και από τις μεταξύ τους συμφωνίες.

Τα περισσότερα εκκρεμή ζητήματα θα αποφασιστούν από μια «τεχνική επιτροπή» που απαρτίζεται από δεκατέσσερις βουλευτές - επτά κυβερνητικούς και επτά μέλη των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ανάμεσά τους και οι Χριστιανοδημοκράτες, που (αν και στη Χιλή θεωρούνται κεντρώοι) συχνά στηρίζουν τις προτάσεις της Δεξιάς. Με άλλα λόγια, οι αποφάσεις για τόσο καίρια ζητήματα θα ληφθούν από μια επιτροπή στην πλειοψηφία της συντηρητική, της οποίας οι αποφάσεις πιθανότατα θα έχουν ελάχιστη νομιμοποίηση εκτός κοινοβουλίου.

Η Αριστερά μεταξύ άλυτου παρελθόντος και αβέβαιου παρόντος

Οι ασάφειες στη συμφωνία της 15ης Νοεμβρίου είναι ένας από τους λόγους που το ΚΚΧ δεν υπέγραψε τη συμφωνία. Οι βουλευτές του Ε.Μ. από τη μεριά τους τη θεώρησαν ως ένα πρώτο θετικό, αν και ανεπαρκές, βήμα προς την οριστική ρήξη με το Σύνταγμα του 1980.

Οντως, τη 15η Νοεμβρίου συμφωνήθηκε πως σε περίπτωση που δεν υπάρχει συναίνεση στη συντακτική συνέλευση για την αναθεώρηση κάποιου άρθρου, η λύση δεν θα είναι η επιστροφή στο Σύνταγμα του 1980, όπως ζητούσε η Δεξιά, αλλά η «λευκή σελίδα», δηλαδή το να γραφεί το επίμαχο άρθρο από την αρχή.

Οι αποκλίνουσες αυτές τοποθετήσεις διαφορετικών τμημάτων της Αριστεράς δεν πηγάζουν μόνο από τα χαρακτηριστικά της συμφωνίας, αλλά και από το πώς αυτά ερμηνεύονται υπό το πρίσμα του πρόσφατου παρελθόντος που έχει κληροδοτήσει στην Αριστερά αδιέξοδα και τραυματικές εμπειρίες.

Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στην περίπτωση του ΚΚΧ. Σε αντίθεση με το Ε.Μ., του οποίου οι ψηφοφόροι προέρχονται κυρίως από τα μεσαία στρώματα, το ΚΚΧ έχει παραδοσιακά ισχυρή παρουσία σε συνδικάτα. Τις τελευταίες εβδομάδες, κομβικός ήταν και ο ρόλος του στις ανοιχτές συνελεύσεις και σε ριζοσπαστικοποιημένα τμήματα των κινητοποιήσεων. Ενώ οι βουλευτές του ΚΚΧ φαίνεται πως επιθυμούσαν να υπογράψουν τη συμφωνία, ήταν τόσο μεγάλη η πίεση από τη βάση που επέλεξαν να μην το κάνουν, φοβούμενοι τις επιπτώσεις μιας τέτοιας απόφασης.

Σίγουρα, το τεράστιο πολιτικό και εκλογικό κόστος που είχε η συμμετοχή του ΚΚΧ στην κυβέρνηση Μπασελέτ (2014-2018) και οι συμβιβασμοί που έκανε σε αυτό το πλαίσιο συνέβαλαν στην τωρινή του στάση.

Το ΚΚΧ δεν επιθυμεί όμως και να μείνει στο περιθώριο της πολιτικής σκηνής. Αυτό είχε συμβεί μεταξύ 1990 και 2014, εξαιτίας της δικαιολογημένης άρνησής του να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις μεταξύ Πινοτσέτ και αντιπολίτευσης, που θεσμοθέτησαν τη μετάβαση προς ένα μεταδικτατορικό πολίτευμα το οποίο δεν ερχόταν σε ουσιαστική ρήξη με τη δικτατορία.

Ετσι, αν και το ΚΚΧ δεν υπέγραψε τη συμφωνία της 15ης Νοεμβρίου, ανακοίνωσε μέσω των συνδικάτων του και της Τράπεζας Κοινωνικής Ενότητας (ΤΚΕ) -συντονιστικού οργάνου κοινωνικών οργανώσεων όπου το Κ.Κ. έχει πρωταγωνιστικό ρόλο- ότι θα συμμετάσχει ενεργά στην εκστρατεία ενόψει δημοψηφίσματος.

Οι κοινοί στόχοι της Αριστεράς για τη συντακτική συνέλευση

Η ΤΚΕ συνάντησε την προηγούμενη εβδομάδα εκπροσώπους της κυβέρνησης και κατέθεσε εκτενή πρόταση για το πώς θα πρέπει να διεξαχθεί η εκστρατεία ενόψει δημοψηφίσματος και για το πώς πρέπει να εκλεγούν τα μέλη της συντακτικής συνέλευσης. Πρότεινε να υπάρχει στα εκλεγμένα μέλη της συνέλευσης ισότητα ανδρών-γυναικών, αίτημα του μαζικού στη Χιλή φεμινιστικού κινήματος που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των κινητοποιήσεων· να είναι υποχρεωτική η συμμετοχή αντιπροσώπων των αυτοχθόνων, για να αναγνωριστούν τα δικαιώματά τους και να πάψουν οι διακρίσεις εναντίον τους που σήμερα είναι κανόνας στη Χιλή· η ψηφοφορία να είναι υποχρεωτική, γιατί είναι γνωστό ότι η αποχή είναι προς όφελος της Δεξιάς· και οι ψηφοφόροι να είναι 14 ετών και άνω, ώστε να αναγνωριστεί ο ρόλος των μαθητών Γυμνασίου και Λυκείου, που είναι επίσης κεντρικός στις κινητοποιήσεις. Τις προτάσεις αυτές στηρίζει και το Ε.Μ.

Η Αριστερά στο σύνολό της επιθυμεί μια συντακτική συνέλευση που να απαρτίζεται αποκλειστικά από μέλη της κοινωνίας των πολιτών. Αυτό μπορεί να φαίνεται ανεξήγητο, έως και ανησυχητικό, στην Ευρώπη, αλλά στην περίπτωση της Χιλής βρίσκει διττή αιτιολόγηση.

Πρώτον, υπάρχει στη Λατινική Αμερική παράδοση συντακτικών συνελεύσεων προερχόμενων αμιγώς από την κοινωνία των πολιτών, και μάλιστα αυτές είναι και οι πιο προοδευτικές. Δεύτερον, στη σημερινή Χιλή, αν στη συντακτική συνέλευση συμμετάσχουν βουλευτές, το πιθανότερο είναι αυτοί να προέρχονται από το σημερινό απονομιμοποιημένο και στην πλειοψηφία του δεξιό κοινοβούλιο. Ενα σώμα δηλαδή που έχει ανεχθεί τις κατά συρροήν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και που στηρίζει σταθερά τον Πινιέρα.

Το ΚΚΧ, το Ε.Μ. και η ΤΚΕ συμφωνούν σε ακόμη ένα σημείο: στο ότι είναι απαραίτητη η συνέχιση των κινητοποιήσεων, για να λειτουργήσουν ως μοχλός πίεσης για όσα δεν έχουν συμφωνηθεί ακόμη, που είναι και πολλά και κομβικής σημασίας.

Τα άλλα σενάρια: εξέγερση ή αυταρχική στροφή

Ο υπαρκτός κίνδυνος μη ουσιαστικής ρήξης με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων είναι αυτός που ωθεί τους διαδηλωτές -νέους κάτω των 30 ετών στη συντριπτική τους πλειονότητα- να απορρίπτουν κάθε θεσμική λύση. Αυτοί πιστεύουν στη δυνατότητα ανατροπής της κυβέρνησης από τις κινητοποιήσεις, έκβαση που φαντάζει απίθανη σήμερα. Ομως όσα έχουν γίνει τις τελευταίες εβδομάδες είναι εξίσου αξιοθαύμαστα και κάνουν, αν όχι πιο πιθανή την ανατροπή, τουλάχιστον πιο κατανοητή την αισιοδοξία των νέων διαδηλωτών.

Αυτοί, έχοντας απογοητευτεί τα τελευταία χρόνια από τις εμπειρίες συμμετοχής της Αριστεράς στους θεσμούς και τους συχνά αναγκαίους και οδυνηρούς συμβιβασμούς με τη Δεξιά, είναι πεπεισμένοι ότι ο δισεκατομμυριούχος Πινιέρα και τα συμφέροντα που εξυπηρετεί δεν θα επιτρέψουν τη ρήξη με την εποχή της δικτατορίας.

Σίγουρα οι αντιστάσεις σε ουσιαστική αλλαγή είναι πολλές και ισχυρές. Μαζί με τα πιο «εκσυγχρονιστικά» τμήματα της Δεξιάς, που προώθησαν και υπέγραψαν τη συμφωνία, έχει κάνει τις τελευταίες μέρες δυναμική εμφάνιση η παλιά πινοτσετική Δεξιά (Κουμπίγιος, Αλαμάν), που ζητά καταστολή των κινητοποιήσεων και επιστροφή στο Σύνταγμα του 1980 σε περίπτωση που δεν υπάρξει συναίνεση στη συντακτική συνέλευση.

Οσο για τον Πινιέρα, ενώ φαίνεται να στηρίζει τη δράση της πιο μετριοπαθούς Δεξιάς, ταυτόχρονα προσπαθεί να προωθήσει νομοθετικό διάταγμα που θα εξασφαλίζει στον στρατό αμνηστία για όποια μελλοντική δράση του για την προστασία των «ζωτικών υποδομών» της χώρας. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για εκ των προτέρων αμνηστία των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε περίπτωση νέας συμμετοχής του στρατού στην καταστολή των κινητοποιήσεων.

Σε μια ιστορική συγκυρία όπου στη Λατινική Αμερική έχουν πολλαπλασιαστεί όχι μόνο οι μαζικές κινητοποιήσεις, αλλά και οι παρεμβάσεις του στρατού στην πολιτική σκηνή, η πιο απαισιόδοξη έκβαση των γεγονότων της Χιλής είναι αυταρχική, με τη Δεξιά να παραμένει τυπικά στην εξουσία αλλά να αφήνει ουσιαστικά τον έλεγχο στα χέρια του στρατού και της αστυνομίας. Τα γεγονότα των τελευταίων ετών στην Παραγουάη, στη Βραζιλία και τώρα στη Βολιβία έχουν δείξει ότι τα πραξικοπήματα του 21ου αιώνα έχουν χαρακτηριστικά διαφορετικά από εκείνα της δεκαετίας του 1970. Ο στρατός δεν χρειάζεται πια να βομβαρδίσει το προεδρικό μέγαρο. Αρκεί να έχει με το μέρος του μια πλειοψηφία αντιδραστικών βουλευτών με πραξικοπηματική νοοτροπία και έντονη νοσταλγία για την παλιάς κοπής τάξη και ασφάλεια.

*Ιστορικός της Λατινικής Αμερικής, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Cergy-Pontoise