Η χυδαιότητα του Άδωνι Γεωργιάδη

Δέσποινα Κουτσούμπα

Μερικά πράγματα δεν τα απαντάς. Ντρέπεσαι να το κάνεις. Μερικά πράγματα τα σέβεσαι. Και το βουλώνεις.

Όταν ένα νέο και ταλαντούχο πλάσμα, που έχει μια χρόνια, δύσκολη, ασθένεια, γράφει την εμπειρία της από το νοσοκομείο, το βουλώνεις. Αν δεν το βουλώνεις δεν είναι ούτε γιατί ως Υπουργός Υγείας είσαι «υποχρεωμένος» να απαντήσεις, ούτε γιατί είναι αναγκαίο πολιτικά να σχολιάσεις. Το κάνεις γιατί είσαι χυδαίος. Αδιανόητα χυδαίος απέναντι στην ανθρώπινη ζωή. Άρα και πλήρως ακατάλληλος να είσαι πολιτικός.

Εξηγούμαι:

Η Όλγα Στέφου έγραψε ένα κείμενο στο in.gr, όπου εργάζεται, για την κατάσταση στο ΕΣΥ.

Ξεκινώντας το κείμενό της δηλώνει εξαρχής ότι γράφει με διπλή ιδιότητα, τόσο της δημοσιογράφου όσο όμως και της χρόνια πάσχουσας ασθενή:

«Ειδικά όσες και όσοι νοσηλευόμαστε στο νοσοκομείο μεταξύ διαφορετικών κυβερνήσεων, μπορούμε να μιλήσουμε με την εμπειρία που έχουμε αποκτήσει κυριολεκτικά στο πετσί μας. Με αυτήν την εμπειρία, των έξι συνεχόμενων χρόνων περιστασιακής νοσηλείας με σκλήρυνση κατά πλάκας, αλλά και με τη δημοσιογραφική μου ιδιότητα θα ζητήσω να μου επιτρέψετε να μιλήσω κι εγώ».

Ο Άδωνις Γεωργιάδης απάντησε με τον πλέον χυδαίο τρόπο που μπορούσε.

Καταρχάς γιατί ονομάτισε την αρθρογράφο ως «κόρη του πρώην βουλευτού ΣΥΡΙΖΑ Ιωαννίνων κου Στέφου».

Κατά δεύτερον, γιατί μας ενημέρωσε ότι πήρε στο νοσοκομείο Ιωαννίνων και έμαθε ότι «ανταποκρίθηκαν αμέσως στις ανάγκες της, ως όφειλαν».

Επιπλέον, τη ρωτά αν έχει «κάποιο συγκεκριμένο παράπονο» για να το λύσει ο Υπουργός.

Η απάντηση αυτή συνιστά τριπλή χυδαιότητα.

Χυδαιότητα πρώτη. Η Όλγα Στέφου είναι δημοσιογράφος στο in.gr και σε άλλα μέσα πριν από αυτό – και όχι κόρη του μπαμπά της. Δεν είναι μόνο δημοσιογράφος – πολύ πριν γίνει ο πατέρας της βουλευτής – αλλά και συγγραφέας.

Το χρονογράφημά της «Αόρατοι άνθρωποι» (για την αναπηρία) παρουσιάστηκε σε εκδήλωση του Υπουργείου Μακεδονίας Θράκης για την συμπεριληπτικότητα και την αναπηρία.

Κείμενό της (για τις γυναικοκτονίες) επελέγη από την επιτροπή των εξετάσεων για να περιληφθεί σε ερωτήματα γλώσσας για την έκθεση στις πανελλαδικές στα ΕΠΑΛ το 2021. Μάλιστα στο βιβλίο της «Μονόκλινο σε Μπουάτ», που κυκλοφόρησε το 2023, μιλά και για τη σχέση της με την (χρόνια) ασθένεια και για τη σχέση της με τα νοσοκομεία.

Με την αμεσότητα, την ευαισθησία και τη γενναιότητα με τις οποίες πραγματεύεται το θέμα της ασθένειας, του χρόνιου πόνου, αλλά και των νοσοκομείων, έχει δώσει κουράγιο σε πολλούς άλλους ασθενείς. Για τον λόγο αυτό έχει κληθεί να ανοίξει το πανελλαδικό συνέδριο νοσηλευτών και νοσηλευτριών.

Δεν είναι ούτε απλά μια δημοσιογράφος, ούτε απλά μια ασθενής. Είναι μια ταλαντούχα γυναίκα, που σε νεαρή ηλικία διαγνώστηκε με χρόνια πάθηση, υπέφερε πάρα πολύ, έζησε στιγμές οριακές μεταξύ ζωής και θανάτου κι όλη αυτή την εμπειρία, το προσωπικό της βίωμα, κατάφερε να το μετατρέψει σε χείμαρρο λέξεων, σε λογοτεχνία, σε χιούμορ, σε πρόζα, σε φιλοσοφία, σε νίκη, σε ήττα και ξανά σε νίκη. Για κείνην και για όλους όσοι την διαβάζουν. Σε αυτό το βίωμα, αντί να σκύψει το κεφάλι, θέλησε να απαντήσει ο προπετής Υπουργός Υγείας. Αυτή την γυναίκα, αντί να το βουλώσει, ο αδαής Άδωνις Γεωργιάδης αποφάσισε να χαρακτηρίσει «κόρη του μπαμπά της».

Χυδαιότητα δεύτερη. Κατά την προφιλή του συνήθεια, ο Άδωνις Γεωργιάδης παρουσιάζει τα ζητήματα δημόσιας υγείας ως ατομικά ζητήματα του κάθε ασθενή. Το ίδιο και στην συγκεκριμένη περίπτωση. Το άρθρο αναφερόταν στην κατάσταση που βρίσκεται το ΕΣΥ σήμερα, ο Υπουργός απαντά λέγοντας ότι η συγκεκριμένη ασθενής εξυπηρετήθηκε (και υπονοώντας: και παρότι «εξυπηρετήθηκε», γκρινιάζει για πολιτικούς λόγους).

Πολιτική για τον Υπουργό Υγείας είναι μια σειρά από ατομικά ρουσφέτια. Δεν έχει σημασία η κατάσταση της δημόσιας υγείας, των νοσοκομείων, των κέντρων υγείας, η δυνατότητα ή μη πρόσβασης σε αυτά για όλο τον πληθυσμό, σημασία έχει αν ο ασθενής που είχε μια πρόσβαση να φτάσει το πρόβλημά του στα αυτιά του Υπουργού, θα «εξυπηρετηθεί». Και μετά να τα βρουν και να του σκουπίζει τον ιδρώτα από το μέτωπο, γιατί το θέμα ήταν να επιλυθεί το ατομικό του πρόβλημα, και όχι να υπάρχει τέτοιο σύστημα υγείας που θα μπορεί να εξυπηρετηθεί ο/η ασθενής χωρίς να χρειαστεί να παρακαλέσει στο twitter ή το instagram του Υπουργού.

Ο Άδωνις Γεωργιάδης έχει συνηθίσει να λειτουργεί με «πελατεία» και η κυβέρνηση Μητσοτάκη του δίνει την ευχέρεια να συνεχίσει να λειτουργεί σαν Μαυρογιαλούρος ακόμη και στο ΕΣΥ.

Ο Άδωνις Γεωργιάδης δεν λειτουργεί ως Υπουργός Υγείας αλλά ως μεταπράτης ατομικών υπηρεσιών, κάτι σαν ιδιώτης ασφαλιστής. Παρατηρήστε τον λόγο του στα τηλεοπτικά πάνελ όπου συχνάζει: όποτε τεθεί θέμα υγείας, κατευθείαν θα γυρίσει τη συζήτηση στο «πες μου ένα παράδειγμα» και μετά θα πουλήσει το ότι πήρε τον Διοικητή του νοσοκομείου τηλέφωνο για να λυθεί το πρόβλημα του τάδε τηλεθεατή. Προσωπικό ρουσφέτι δηλαδή, ον κάμερα.

Κι αν αυτό γίνεται ον κάμερα, φανταστείτε τι γίνεται εκτός κάμερας και πώς επιλέγονται οι ασθενείς που θα καταφέρουν ή όχι να βρουν ένα κρεβάτι στην (όποια) ΜΕΘ. Το ότι κανείς δεν σχολιάζει τη στάση αυτή ως χυδαία, με ξεπερνά…

Και σαν αυτή η χυδαιότητα να μην ήταν αρκετή προσθέτει κι άλλη μία, απευθυνόμενος στην Όλγα Στέφου: «Εάν όμως έχει κάποιο συγκεκριμένο παράπονο και αν κάτι δεν πήγε καλά, θα ήθελα να το γνωρίζω για να το διορθώσουμε».

Δεν ήταν δουλειά της δημοσιογράφου να γράψει άρθρο για το ΕΣΥ, δουλειά της ήταν να πάρει τον Υπουργό τηλέφωνο – γλώσσα λανθάνουσα ταληθή λέγει για άλλους δημοσιογράφους όμως.

Αλλά έστω και τώρα, αφότου εξυπηρετήθηκε, μπορεί η κόρη του βουλευτή, που σίγουρα είναι κακομαθημένη, να πάρει να πει το «παράπονό της». Ότι δεν της άρεσε η λαδομπογιά στον τοίχο του νοσοκομείου ή ότι ροχάλιζε ο διπλανός της και την ενοχλούσε, ας πούμε. Θα φροντίσει ο Υπουργός την άλλη φορά η κακομαθημένη (δε λέγεται, υπονοείται ρητά όμως) κόρη τέως βουλευτή να μπει σε μονόκλινο -για να γράφει μόνο ευχαριστίες στον Υπουργό στο εξής, όπως όντως κάνουν άλλοι δημοσιογράφοι και μη. Πραγματικά τη φράση αυτή από όπου κι αν την πιάσεις, σε λερώνει.

Χυδαιότητα τρίτη: αυτή καθαυτή η αναφορά της στον πατέρα της Όλγας. Αν εξηγήσω τι υπονοεί ο Υπουργός με τις προσεκτικά διαλεγμένες λέξεις, θα λερώσω την ψυχή μου και δεν θέλω. Οπότε θα το πω με άλλο τρόπο.

Έχοντας ζήσει από σχετικά κοντά την ασθένεια της Όλγας, τις νοσηλείες, τις αγωνίες όλων των δικών της ανθρώπων, ξέρω πολύ καλά ότι ο Γιάννης και η Ματούλα θα έδιναν τα πάντα για να μην είχε διαγνωστεί η κόρη τους με σκλήρυνση κατά πλάκας, να μη χρειαζόταν ποτέ να γράψει ένα τέτοιο βιωματικό άρθρο, να μην πέρναγε μερόνυχτα στα νοσοκομεία επί 6 χρόνια, να μην ξύπναγε μες στα αίματα, να μην μάθαινε ποτέ τι είναι χρόνιος πόνος, να μην, να μην, να μην. Κι ας μη γραφόταν ποτέ αυτό το άρθρο ή άλλο παρόμοιο.

Το σκέφτομαι και με αφορμή τις χυδαίες επιθέσεις στην κ. Καρυστιανού: για να πιστεύει κάποιος ότι υπάρχει γονιός που θα χρησιμοποιήσει την αρρώστια ή τον θάνατο του παιδιού του για να κάνει αντιπολίτευση στην κυβέρνηση, είτε είναι ο ίδιος βαθιά αρρωστημένος και άψυχος είτε κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια (και βέβαια αυτά τα δύο δεν αποκλείουν το ένα το άλλο).

Για κάποια παιδιά, για κάποιους γονείς, το ΕΣΥ δεν είναι «εικόνα στις ειδήσεις». Είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου. Όπως για τα παιδιά που πέθαναν περιμένοντας στη λίστα αναμονής* για το Ειδικό Κέντρο Αντιμετώπισης Συγγενών Καρδιοπαθειών στα Παιδιά τού «Αγία Σοφία», που σκόπιμα υποβαθμίζεται χρόνια τώρα, καταδικάζοντας σε θάνατο τα παιδιά που οι γονείς τους δεν έχουν αρκετά χωράφια να πουλήσουν για μια εγχείρηση.

Ο κ. Γεωργιάδης θα έπρεπε να γνωρίζει ότι πολλές φορές «κρείττον του λαλείν το σιγάν». Ας γνωρίζει τουλάχιστον ότι όχι, ο εκχυδαϊσμός της κοινωνίας δεν έχει φτάσει στο σημείο να δεχόμαστε ως «απαντήσεις» τις χυδαιότητες του Υπουργού.

*Έτσι μικραίνει και η λίστα αναμονής, βέβαια, για να μπορεί να βγάζει ανακοινώσεις ο ανάλγητος Υπουργός Υγείας τάχα με αριθμούς, όπως απάντησε με δήθεν αριθμούς και για το πανεπιστημιακό νοσοκομείο Ιωαννίνων. Σε αυτό το σχόλιο δεν ήθελα όμως να μπω στην ουσία, τα γράφουν τα σωματεία των υγειονομικών και τα ζουν -δυστυχώς- οι ασθενείς στο πετσί τους κάθε μέρα.