Ουκρανία: Το ΝΑΤΟ αποφάσισε κλιμάκωση του πολέμου – Μέχρι πού θα φτάσει;

Παναγιώτης Σωτήρης

Η μεταστροφή της γερμανικής κυβέρνησης και του ίδιου του Όλαφ Σολτς σε σχέση με την αποστολή τανκ στην Ουκρανία σηματοδοτεί μια συνολικότερη απόφαση της «δυτικής συμμαχίας» για κλιμάκωση των πολεμικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία.

Δεν είναι τυχαίο ότι για να υπάρξει η γερμανική μεταστροφή, που θα αφορά μια πρώτη σχετικά μικρή αποστολή αρμάτων μάχης Leopard 2 από τα αποθέματα του ίδιου του γερμανικού στρατού και κυρίως την άδεια της Γερμανίας σε άλλες χώρες που έχουν στην κατοχή τους τέτοια γερμανικής κατασκευής άρματα μάχης να τα στείλουν στην Ουκρανία από τα δικά τους αποθέματα, χρειάστηκε πρώτα να υπάρξει η ανακοίνωση των ΗΠΑ ότι επίσης αλλάζουν θέση και πλέον θα στείλουν και αυτές άρματα μάχης M1 Abrams.

Τα άρματα μάχης ήταν κάτι που ζητούσε επίμονα το Κίεβο, καθώς θεωρεί ότι τέτοια βαριά άρματα μάχης είναι απαραίτητα για να μπορέσουν οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις να οργανώσουν μεγάλες αντεπιθέσεις και να διασπάσουν τις ρωσικές γραμμές.

 

Κλιμάκωση σε ποια προοπτική;

Ουσιαστικά, τα άρματα μάχης σηματοδοτούν την επιλογή να υπάρξει μια νέα κλιμάκωση της πολεμικής αντιπαράθεσης στην Ουκρανία. Και αυτό γιατί παραπέμπουν σε νέα μεγάλη συγκέντρωση δυνάμεων από την ουκρανική πλευρά, που θα δοκιμάσει να υποχρεώσει τις ρωσικές δυνάμεις αν όχι στην υποχώρηση, τουλάχιστον σε μία ακόμη μεγαλύτερη εμπλοκή, άρα και μεγαλύτερες απώλειες, μεγαλύτερο οικονομικό κόστος και τελικά μεγαλύτερη απονομιμοποίηση.

Παρότι η ουκρανική πλευρά επιμένει ότι με τον κατάλληλο επιπλέον οπλισμό θα μπορούσε να ανατρέψει το συνολικό συσχετισμό δύναμης και να απελευθερώσει σημαντικό μέρος των περιοχών που είναι τώρα υπό ρωσική κατοχή (και έχουν ενταχθεί άλλωστε και τυπικά στη ρωσική επικράτεια), η πραγματικότητα είναι ότι αυτό είναι αρκετά δύσκολο, με βάση τον τρόπο που έχουν εξελιχθεί τα πράγματα.

Η ρωσική μερική επιστράτευση έχει ενισχύει τις ρωσικές θέσεις, ο πόλεμος φθοράς που συνεχίζει η Ρωσία σημαίνει διαρκώς μεγαλύτερο κόστος για τις ουκρανικές υποδομές, η Ρωσία κάνει μικρές προελάσεις στο Ντονμπάς, την ώρα που η Ρωσία δεν εμφανίζει να έχει ελλείψεις σε εξοπλισμό. Βέβαια, η Ουκρανία έχει μεγαλύτερες αριθμητικά δυνάμεις, κάτι που σήμαινε μέχρι τώρα και μεγαλύτερη αντοχή σε αυξημένες απώλειες, όμως αυτό δεν σημαίνει μια απεριόριστη δυνατότητα να στέλνει δυνάμεις σε επιχειρήσεις μεγάλων απωλειών.

Αυτό σημαίνει ότι η κλιμάκωση που αυτή τη στιγμή επιδιώκει η Ουκρανία και το ΝΑΤΟ σαφώς ετοιμάζεται να υποστηρίξει με την αποστολή εξοπλισμού και βαρέων αρμάτων μάχης, δύσκολα θα μπορέσει να οδηγήσει σε αυτό που υποτίθεται ότι είναι ο ρητός στόχος της, δηλαδή μια ήττα της Ρωσίας που θα οδηγήσει σε γρήγορη αποχώρησή της από σημαντικές περιοχές υπό τον έλεγχό της. Πιο σωστό είναι να πούμε ότι σκοπός της κλιμάκωσης είναι να μεγαλώσει σημαντικά το κόστος της πολεμικής επιχείρησης για τη ρωσική πλευρά, μια μεγαλύτερη ρωσική «αιμορραγία».

Και βέβαια υπάρχει το ανοιχτό ερώτημα για το εάν θα υπάρξει και ρωσική κλιμάκωση. Μέχρι τώρα η Ρωσία έχει επιλέξει μια σταδιακή κλιμάκωση που σε ορισμένες περιπτώσεις περιλάμβανε και τον ορίζοντα μιας πολιτικής διαπραγμάτευσης. Στο βαθμό που είναι πλέον σαφές ότι για ένα διάστημα σημαντικό δεν πρόκειται να υπάρξει πραγματική διαπραγμάτευση για κατάπαυση πυρός και ειρηνευτική διαδικασία, καθώς ούτε η Ουκρανία ούτε το ΝΑΤΟ μπορούν σε αυτή τη φάση να αποδεχτούν τα «τετελεσμένα» στο πεδίο των μαχών, η Ρωσία είναι πιθανό να κλιμακώσει και αυτή την πολεμική εμπλοκή της. 

 

Πόλεμος δίχως τέλος;

Η εμπλοκή του ΝΑΤΟ και ιδίως των ΗΠΑ έχει μια σημαντική κλιμάκωση στη διάρκεια του πολέμου. Θυμίζουμε ότι σε διάφορες στιγμές εκπρόσωποι των ΗΠΑ δήλωσαν ότι θα προσφέρουν μόνο αμυντικά όπλα, παρότι σε διαδοχικές στιγμές κλιμακώθηκε το είδος της αμυντικής βοήθειας. Έτσι για παράδειγμα από τις αρχικές δηλώσεις «περιορισμένης βοήθειας», περάσαμε στη αποστολή συστοιχιών HIMARS και βαρέων πυροβόλων, στην ολοένα και μεγαλύτερη συμμετοχή στην εκπαίδευση των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων, στην υποστήριξη σε επίπεδο πληροφοριών και τώρα στην αποστολή βαρέων αρμάτων μάχης.

Μόνο που όσο μεγαλύτερη είναι η εμπλοκή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, τόσο μεγαλύτερη και η δυσκολία να απεμπλακούν από την πολεμική σύγκρουση. Στην πραγματικότητα αυτό που φαίνεται είναι ένα περίγραμμα όλο και μεγαλύτερης πολεμικής εμπλοκής, διάθεσης ολοένα και περισσότερων πόρων και εξοπλισμού, και ολοένα και μικρότερης απόστασης ανάμεσα στην ενίσχυση της ουκρανικής πλευράς την «άμεση» αντιπαράθεση με τη Ρωσία.

Και το πρόβλημα είναι ακόμη ότι όσο κλιμακώνεται η εμπλοκή γίνεται και πιο δύσκολη η απεμπλοκή. Να το πούμε πιο απλά: όσο περισσότερο συμβάλλει το ΝΑΤΟ στην ενίσχυση της ουκρανικής αντεπίθεσης, π.χ. με την αποστολή βαρέων αρμάτων μάχης, τόσο πιο δύσκολο είναι όταν αυτές οι ενισχύσεις αποτυγχάνουν να έχουν τον ρητό στόχο τους, δηλαδή την ήττα της Ρωσίας, να απεμπλακεί. Αντιθέτως, θα φαντάζει ως αναπόδραστη επιλογή, η ακόμη μεγαλύτερη εμπλοκή, άρα η αποστολή ακόμη περισσότερου οπλισμού και πιο επιθετικών οπλικών συστημάτων.

Μόνο που αυτό συνάμα θα φέρνει πιο κοντινό το ενδεχόμενο να περάσει το ΝΑΤΟ και την τελευταία κόκκινη γραμμή που είναι η άμεση συμμετοχή ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στην πολεμική επιχείρηση, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Όμως, τότε πάμε για ένα είδος θερμής αντιπαράθεσης ανάμεσα στη Ρωσία και το ΝΑΤΟ που μόνο απρόβλεπτες συνέπειες μπορεί να έχει, εάν αναλογιστούμε ότι είναι μια αντιπαράθεση με πυρηνικό ορίζοντα.