Μια αναμενόμενη αιματηρή επίθεση μέσα στη σύνθετη μεταβατική διαδικασία στο Αφγανιστάν
Το γεγονός ότι ουσιαστικά οι αμερικανικές υπηρεσίες προειδοποίησαν για την επίθεση στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, δείχνει ότι εντάσσεται σε δυναμικές που ούτως ή άλλως θα ξεδιπλώνονταν στο σύνθετο τοπίο που διαμόρφωσε εντός εκτός Αφγανιστάν η γρήγορη κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν.
Η επίθεση έγινε σε μια στιγμή όπου παιζόταν μια λεπτή ισορροπία. Από διαφορετικές αφετηρίες τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι Ταλιμπάν ήθελαν ο κύριος όγκος της διαδικασίας εκκένωσης να ολοκληρωθεί μέχρι τις 31 Αυγούστου, σχετικά ομαλά. Οι Ταλιμπάν για να σχηματίσουν κυβέρνηση χωρίς την παρουσία ξένων στρατευμάτων και η αμερικανική κυβέρνηση για να μπορέσει να περιορίσει με μια πετυχημένη απεμπλοκή το πολιτικό κόστος από τις εξελίξεις.
Η επίθεση, επίσης, είναι σαφές ότι ήθελε να δώσει μια εικόνα χάους και αδυναμίας διαχείρισης της κατάστασης από όλους όσοι εμπλέκονται σε αυτή και ευρύτερα από όσους είτε δεν θα ήθελαν τους Ταλιμπάν να ολοκληρώνουν τη φάση του διακηρυγμένου στόχους τους, είτε θα ήθελαν να επανεξεταστεί η γενικότερη κατεύθυνση της απεμπλοκής της Δύσης από τις συγκρούσεις σε αυτήν την περιοχή (συμπεριλαμβανομένων όσων θα θεωρούν ότι οι επεμβάσεις στη συνέχεια επιτρέπουν συσπείρωση εναντίον όσων τις κάνουν).
Στο Αφγανιστάν δεν δρουν μόνο οι Ταλιμπάν
Στο Αφγανιστάν εδώ και χρόνια δεν δρουν μόνο οι Ταλιμπάν, αλλά και άλλες ένοπλες ισλαμικές οργανώσεις. Σε πείσμα μιας εικόνας που συχνά κυριαρχεί που θεωρεί ότι όλοι είναι απλώς «τζιχαντιστές», υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στα διαφορετικά ρεύματα.
Αυτές οι διαφορές αφορούν το εάν ως κύριος στόχος τίθεται ο «μακρινός εχθρός» (δηλαδή οι ΗΠΑ) ή ο «κοντινός εχθρός» (δηλαδή οι τοπικές κυβερνήσεις), το εάν και σε ποιο βαθμό η έννοια των «απίστων» περιλαμβάνει και τους άλλους μουσουλμάνους (και κυρίως τους σιίτες), το εάν και σε ποιο βαθμό αποτελεί επιδίωξη το Χαλιφάτο, το είδος του ισλαμικού νόμου που προβάλλεται κ.λπ.
Έτσι και η εμφάνιση του Ισλαμικού Κράτους στο Αφγανιστάν (και στο Πακιστάν, άλλωστε η επίσημη ονομασία «Ισλαμικό Κράτος στο Χορασάν» παραπέμπει σε μια περιοχή που πέραν του Αφγανιστάν περιλαμβάνει τμήματα του Πακιστάν, του Ιράν, της Κεντρικής Ασίας και της Ινδίας), παρότι στην αρχή τροφοδοτήθηκε από στρατολογήσεις που έκανε η συμμαχική προς τους Ταλιμπάν Αλ Κάιντα, στρατολογήσεις που περιλάμβαναν και πρώην μέλη των Ταλιμπάν, σηματοδοτούσε μια διαφορετική κατεύθυνση και μια αμφισβήτηση της στρατηγικής των Ταλιμπάν που σε όλη τη δεκαετία του 2010 και κυρίως μετά το τέλος των επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ το 2014 σταδιακά διεκδίκησαν να πάρουν μέρος ή το σύνολο της εξουσίας.
Το Ισλαμικό Κράτος παρότι πολύ μικρότερο σε δύναμη από τους Ταλιμπάν εντούτοις ήταν μια δύναμη που αμφισβητούσε την άρνηση των Ταλιμπάν για επιθέσεις εναντίον και άλλων μουσουλμάνων, προτιμούσε τις επιδείξεις μεγάλης ωμής βίας και διεκδικούσε να επιβάλλει μια αυστηρή εκδοχή σαλαφιστικού Ισλάμ που συγκρουόταν με τοπικές παραδόσεις στο Αφγανιστάν.
Επιπλέον το Ισλαμικό Κράτος στο Χορασάν (όπως και το «κεντρικό» Ισλαμικό Κράτος) διεκδικούσε να εκπροσωπήσει την αυθεντική και πιο μαχητική τζιχάντ, σε αντίθεση με τους Ταλιμπάν που επικέντρωναν κυρίως στην προσπάθειά τους να πάρουν την εξουσία στο Αφγανιστάν.
Το ευρύτερο φόντο
Σε όλα αυτά ας προσθέσουμε και μια άλλη παράμετρο. Οι Ταλιμπάν πλησιάζοντας προς την εξουσία έχουν δώσει σημαντικές εγγυήσεις προς μια σειρά από χώρες ότι δεν θα κάνουν τη χώρα τους ορμητήριο τρομοκρατών.
Αυτές οι εγγυήσεις αφορούν και τις ΗΠΑ και την Κίνα (που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για οποιαδήποτε δράση στις περιοχές των Ουιγούρων, της επιτηρούμενης μουσουλμανικής μειονότητας) και τη Ρωσία που δεν επιθυμεί ισλαμική ένοπλη δράση σε μια ευρύτερη περιοχή από την Τσετσενία μέχρι την Κεντρική Ασία.
Αυτό αντικειμενικά ασκεί μια πίεση σε οργανώσεις που δρουν στο Αφγανιστάν. Και βέβαια υπάρχουν και όσοι μέσα στο Αφγανιστάν δεν θα ήθελαν να δουν τους Ταλιμπάν να εγκαθιδρύουν ένα σχετικά σταθερό σύστημα εξουσίας, παρότι αυτή τη στιγμή αντίπαλο δέος ή συνασπισμός πολιτικών δυνάμεων δεν υπάρχουν.
Παράλληλα, υπάρχει και ένα γεωπολιτικό φόντο. Οι Ταλιμπάν, έχουν παραδοσιακούς δεσμούς με το Πακιστάν και πέραν της προσπάθειας συνεννόησης με την Κίνα και τη Ρωσία έχουν διαύλους επικοινωνίας και με το Ιράν τα τελευταία χρόνια, ενώ ήταν το Κατάρ που έπαιξε ρόλο μεσολαβητή στην πολιτική διαπραγμάτευση για το μέλλον του Αφγανιστάν φιλοξενώντας μέρος της ηγεσίας των Ταλιμπάν στη Ντόχα.
Από την άλλη μεριά, το παράδειγμα της πολιτικής τους επιτυχίας δημιουργεί μια ανησυχία στις μοναρχίες του Κόλπου κυρίως προς το ότι δίνει ένα παράδειγμα νικηφόρας ένοπλης διεκδίκησης της εξουσίας.
Προφανώς και σταδιακά θα αποκτήσουμε μια καλύτερη εικόνα των γεγονότων, ωστόσο η έκρηξη εντάσσεται προφανώς σε ένα πλέγμα αμφισβήτησης ή υπονόμευσης της πορείας που έδειχναν να παίρνουν τα πράγματα. Και σε μια χώρα με πλήθος ένοπλα δίκτυα και οργανώσεις η πραγματοποίηση μιας τέτοιας επίθεσης είναι δυστυχώς πάντα εφικτή.
Σε πρώτη φάση η αντίδραση και των ΗΠΑ, που δεν έχουν ανακοινώσει κάποια αλλαγή στη διαδικασία εκκένωσης, και των Ταλιμπάν που καταδίκασαν την επίθεση (επιμένοντας ότι στο συγκεκριμένο χώρο η ευθύνη της ασφάλειας ήταν των αμερικανικών δυνάμεων) αποδίδοντάς την σε «δυνάμεις του κακού» (και έτσι σε δυνάμεις που θα ήθελαν να υπομεύσουν την πορεία τους προς την εξουσία), κατατείνει σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί η διαδικασία απεμπλοκής, παρότι στις ΗΠΑ πληθαίνουν οι επικρίσεις για άκαιρη συνθηκολόγηση με τους Ταλιμπάν, ενώ είναι πολύ πιθανό το γεγονός ότι υπάρχουν και Αμερικανοί στρατιώτες ανάμεσα στα θύματα να οδηγήσει και σε μια λογική αντιποίνων.
Όμως, αυτή τη στιγμή για τις ΗΠΑ είναι πολύ δύσκολο να αλλάξουν συνολικά πορεία. Είναι, όμως, προφανές ότι η όλη διαδικασία, ούτως ή άλλως χωρίς προηγούμενο, κάθε άλλο παρά ομαλή θα είναι.