11 Μαΐου 1958: Η ανάδειξη της ΕΔΑ σε αξιωματική αντιπολίτευση

Γιώργος Αλεξάτος

Επρόκειτο για ένα ξάφνιασμα. Ούτε δέκα χρόνια δεν είχαν περάσει από την πολιτικο-στρατιωτική συντριβή του 1949 και τον τερματισμό του Εμφυλίου. Κι όμως, η διωκόμενη και καθημαγμένη Αριστερά φαινόταν όχι μόνο να έχει ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις της, αλλά και να αναδεικνύεται στην κύρια έκφραση της λαϊκής αντίθεσης στο «κράτος της Δεξιάς» και το καθεστώς της αμερικανοκρατίας.

Συσπειρωμένες στην Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά, την ΕΔΑ, από το 1951, οι δυνάμεις του παράνομου ΚΚΕ, σε συνεργασία με άλλους αριστερούς δημοκράτες και σοσιαλιστές, υπό την ηγεσία του σοσιαλιστή Γιάννη Πασαλίδη, είχαν σπάσει ήδη την πολιτική απομόνωση των πρώτων χρόνων, όταν οι κεντρώοι εκβίαζαν για τη στήριξή τους από τον αριστερό κόσμο προκειμένου «να μη βγει η Δεξιά», αρνούμενες, εντούτοις, την όποια συνεργασία με την ΕΔΑ. Στις δημοτικές εκλογές του 1954 είχε επιτευχθεί πετυχημένη συνεργασία μεταξύ ΕΔΑ και κεντροαριστερών δυνάμεων (κυρίως του Δημοκρατικού Κόμματος Εργαζόμενου Λαού –ΔΚΕΛ- των Αλέξανδρου Σβώλου και Γεώργιου Καρτάλη, ενώ τον επόμενο χρόνο επιτεύχθηκε η ενότητα των συνδικαλιστικών δυνάμεων της Αριστεράς με σοσιαλιστές συνδικαλιστές, που αποτυπώθηκε στην ίδρυση του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος.

Η ΕΔΑ επιδίωκε τη συγκρότηση «Πανδημοκρατικού Μετώπου», με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης της Δεξιάς (του Αλέξανδρου Παπάγου ώς το 1955, του Κωνσταντίνου Καραμανλή κατόπιν), για τον εκδημοκρατισμό της πολιτικής ζωής του τόπου, την κατάργηση των έκτακτων μέτρων της εμφυλιοπολεμικής περιόδου, τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ και την απελευθέρωση των φυλακισμένων και εξορίστων αγωνιστών, αλλά και για την εγκατάλειψη της πολιτικής της πρόσδεσης της Ελλάδας στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, τη στήριξη του αγώνα του κυπριακού λαού για κατάργηση της βρετανικής κατοχής και για αυτοδιάθεση, όπως και τον περιορισμό της ασυδοσίας του ελληνικού και ξένου κεφαλαίου, και της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος, τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, τη ριζική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, με την αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, την παροχή δημόσιας δωρεάν παιδείας κ.λπ.

Ενώ οι δυνάμεις που κινούνταν μεταξύ της ΕΡΕ (του κόμματος που ίδρυσε ο Καραμανλής, ως διαδόχου σχήματος του Ελληνικού Συναγερμού του Παπάγου) και της ΕΔΑ απέρριπταν, σχεδόν στο σύνολό τους (με εξαίρεση το ΔΚΕΛ και κάποιες προσωπικότητες της Κεντροαριστεράς, συνήθως εαμικής προέλευσης), την πρόταση συγκρότησης «Πανδημοκρατικού Μετώπου», επιλέγοντας την πολιτική του «διμέτωπου αγώνα κατά της ΕΡΕ και της ΕΔΑ», η εξαγγελία των εκλογών του Μαρτίου 1956 τις υποχρέωσε σε συνεργασία με την Αριστερά. Αιτία υπήρξε το αντιδημοκρατικό εκλογικό σύστημα, που απέκλειε τη δυνατότητα σε οποιοδήποτε κεντρώο κόμμα να διεκδικήσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Η Δημοκρατική Ένωση, ο συνασπισμός κεντρώων κομμάτων και ΕΔΑ, που συγκροτήθηκε τότε, με αποκλειστικό σκοπό την αποτροπή της εκλογικής νίκης της ΕΡΕ, μπορεί να κέρδισε την πλειοψηφία στις ψήφους (48,15%, έναντι 47,38% της ΕΡΕ), αλλά λόγω εκλογικού συστήματος πήρε 132 έδρες, έναντι 165 που πήρε η Δεξιά! Από τις έδρες της Δημοκρατικής Ένωσης οι 19 κερδήθηκαν από την ΕΔΑ –όσοι και οι υποψήφιοί της- με σταυρούς που θα της επέτρεπαν να εκλέξει πολύ περισσότερους βουλευτές.

Οι εκλογές του Μαΐου 1958 έγιναν σε συνθήκες που αναμφίβολα ευνοούσαν την Αριστερά. Η λαϊκή αντίδραση κατά του μετεμφυλιακού καθεστώτος και των άθλιων συνθηκών διαβίωσης της μεγάλης πλειονότητας των εργαζομένων, συναντούσε την αντίθεση στην εγκατάσταση αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων που συνιστούσαν κίνδυνο ζωτικής σημασίας σε περίπτωση θερμού πολέμου μεταξύ Δύσης και Ανατολής, αλλά και την παλλαϊκή οργή για την πολιτική των νατοϊκών συμμάχων (Μ. Βρετανίας, Τουρκίας και ΗΠΑ) στην Κύπρο, όπου συνεχιζόταν ο αγώνας κατά της βρετανικής κατοχής.

Πριν τις εκλογές εντάθηκε από την πλευρά της ΕΔΑ η προσπάθεια συγκρότησης του «Πανδημοκρατικού Μετώπου», αν και χωρίς ανταπόκριση από τους κομματικούς σχηματισμούς του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς. Η πρόταση απορρίφτηκε ακόμη και από το ΔΚΕΛ, στην ηγεσία του οποίου είχε ανέλθει ο Στέλιος Αλαμανής, μετά τον θάνατο των Σβώλου και Καρτάλη. Εντούτοις, στο κάλεσμα της ΕΔΑ ανταποκρίθηκε πλήθος προσώπων από αυτούς τους χώρους, κυρίως άτομα που είχαν συμμετάσχει στο ΕΑΜ, αλλά όχι μόνο. Τη συνεργασία με την ΕΔΑ αποδέχτηκαν προσωπικότητες όπως ο υπαρχηγός του ΕΔΕΣ επί Κατοχής Κομνηνός Πυρομάγλου, ο προερχόμενος από τη Δεξιά Σταμάτης Μερκούρης κ.ά.

Οι δυνάμεις του Κέντρου συμμετείχαν στις εκλογές με δύο σχηματισμούς. Το Κόμμα των Φιλελευθέρων υπό την ηγεσία των Σοφοκλή Βενιζέλου και Γεώργιου Παπανδρέου, και την Προοδευτική Αγροτική Δημοκρατική Ένωση (ΠΑΔΕ) που συγκρότησαν το ΔΚΕΛ, η ΕΠΕΚ του Σάββα Παπαπολίτη (ό,τι απέμεινε από το κόμμα του Πλαστήρα μετά τον θάνατό του το 1953), το Κόμμα Αγροτών Εργαζομένων του Αλέξανδρου Μπαλτατζή και το δεξιάς προέλευσης Κόμμα των Προοδευτικών του Σπύρου Μαρκεζίνη. Στις εκλογές συμμετείχε και η Ένωση Λαϊκών, που συγκροτήθηκε από το Λαϊκό Κόμμα (απομεινάρι του παλιού μεγάλου κόμματος της Δεξιάς, με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη) και το Λαϊκό Κοινωνικό Κόμμα του Στέφανου Στεφανόπουλου. Υπήρχαν επίσης και μικρότεροι σχηματισμοί, κυρίως από τον χώρο της Δεξιάς.

Προεκλογικά θεωρούνταν βέβαιο πως η εκλογική δύναμη της ΕΡΕ θα υποχωρήσει κατά πολύ, ενώ δεν αποκλειόταν το ενδεχόμενο να αναδειχθεί κοινοβουλευτική πλειοψηφία από το Κόμμα Φιλελευθέρων με την ενδεχόμενη στήριξη της ΠΑΔΕ. Άλλωστε, ήταν δεδομένο πως πολλοί αριστεροί ψηφοφόροι (κυρίως στην επαρχία) θα απέφευγαν να ψηφίσουν ΕΔΑ, λόγω της τρομοκρατίας από την αστυνομία και τα ΤΕΑ.

Οι εκλογές ανέτρεψαν κάθε προεκλογική πρόβλεψη, με εξαίρεση την υποχώρηση της εκλογικής επιρροής της ΕΡΕ. Τα εκλογικά αποτελέσματα προκάλεσαν σοκ στον αστικό πολιτικό κόσμο, στην άρχουσα τάξη και στους δυτικούς συμμάχους της.

Η ΕΡΕ έπεφτε στο 41,16%, αν και διατηρούσε λόγω εκλογικού συστήματος την κοινοβουλευτική πλειοψηφία με 171 έδρες, έναντι 165 που είχε πάρει με το 47,37% του 1956. Και μόνο αυτή η αύξηση της κοινοβουλευτικής της εκπροσώπησης με μικρότερο ποσοστό ψήφων φανερώνει το αλλοπρόσαλλο και αντιδημοκρατικό των εκλογικών συστημάτων εκείνων των χρόνων.

Προεκλογικά είχε υπάρξει συναίνεση μεταξύ ΕΡΕ και Φιλελευθέρων (με την παρότρυνση και της αμερικανικής πρεσβείας), για την ενίσχυση του δεύτερου κόμματος, με το εκλογικό σύστημα, έτσι ώστε να υπάρξει ισχυρή «εθνικόφρων» αντιπολίτευση. Η έκπληξή τους ήταν μεγάλη όταν διαπιστώθηκε ότι δεύτερο κόμμα αναδείχτηκε η ΕΔΑ!

Υπολογίζεται ότι με βάση τη σταυροδοσία του 1956 η ΕΔΑ πρέπει να είχε τότε γύρω στο 18%. Η ένταξη στα ψηφοδέλτιά της προσωπικοτήτων ευρύτερης αποδοχής, αλλά κυρίως η συνεπής πολιτική στάση της, είχε ως αποτέλεσμα την υπερψήφισή της από το 24,42% του ελληνικού λαού. Εκλέχτηκαν 79 βουλευτές, εκ των οποίων οι 19 ήταν συνεργαζόμενοι. Το Κόμμα των Φιλελευθέρων περιορίστηκε στο 20,67% (με μόλις 36 έδρες, καθώς το εκλογικό σύστημα στο οποίο είχε συναινέσει προέβλεπε το ψαλίδισμα της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του τρίτου κόμματος, όντας βέβαιοι πως αυτό θα ήταν η ΕΔΑ), η ΠΑΔΕ πήρε 10,62% (10 έδρες) και η Ένωση Λαϊκών 2,95% και 4 έδρες.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η κατανομή της εκλογικής δύναμης της ΕΔΑ. Ξεπέρασε το 50% σε όλες τις παραδοσιακά αριστερές περιφέρειες της υπαίθρου (Θεσσαλία, Λέσβος, Σάμος, νησιά του Ιονίου), καθώς και στις εργατικές-λαϊκές συνοικίες του λεκανοπεδίου Αττικής, Θεσσαλονίκης και άλλων μεγάλων πόλεων. Στις πόλεις αυτές έγινε σαφέστατα διακριτή η ταξική-κοινωνική σύνθεση του αριστερού εκλογικού σώματος: Ενώ στις εργατικές-λαϊκές συνοικίες ΕΔΑ ψήφισε κατά μέσο όρο το 60%, στις μικροαστικές-λαϊκές ψήφισε το 35%, στις μικροαστικές-μεσοαστικές το 15% και στις καθαυτό αστικές λιγότερο από 10%.

Η μεγάλη εκλογική επιτυχία της ΕΔΑ θα προκαλέσει τεράστια ανησυχία στο καθεστώς. Θα ακολουθήσει η ένταση της αστυνομοκρατίας και των διώξεων κατά των αριστερών, θα ανασυγκροτηθούν οι παρακρατικές δυνάμεις με τη μορφή «εθνικοφρόνων» τρομοκρατικών οργανώσεων, θα φτάσει σε παροξυσμό η αντικομμουνιστική προπαγάνδα από το ραδιόφωνο, τον Τύπο, τα σχολεία, την Εκκλησία, τον στρατό κ.λπ. Σε μια προσπάθεια ανάσχεσης του κινδύνου που αντιπροσώπευε η άνοδος της Αριστεράς θα ενταθούν και οι διαδικασίες που οδήγησαν το 1961 στη συγκρότηση ισχυρού αστικού κόμματος αντιπολίτευσης, της Ένωσης Κέντρου. Στην οποία θα προσχωρήσουν και πολλοί από τους συνεργαζόμενους με την ΕΔΑ του 1958 (Ηλίας Τσιριμώκος κ.ά.). Οι εκλογές βίας και νοθείας του 1961 θα περιορίσουν το εκλογικό ποσοστό της ΕΔΑ στο 14,6%.

Παρ’ όλη την ένταση της τρομοκρατίας και τη συστηματική προσπάθεια περιορισμού της επιρροής της ΕΔΑ, η εκλογική επιτυχία του Μαΐου 1958 έδωσε τεράστια αυτοπεποίθηση στον αριστερό και λαϊκό κόσμο που μόλις πριν λίγα χρόνια είχε δει να συντρίβονται οι ελπίδες και τα όνειρά του στις βουνοκορφές του Γράμμου. Κυρίως, εντάθηκαν οι διαδικασίες ανασυγκρότησης και κυρίως αντεπίθεσης του μαζικού λαϊκού κινήματος, που εκδηλώθηκε ορμητικά από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960, με τους μεγαλειώδεις αγώνες του οικοδομικού κλάδου, τη συγκρότηση του συντονισμού των 115 σωματείων, τις αγροτικές κινητοποιήσεις, το συγκλονιστικό νεολαιίστικο κίνημα του 15% για την παιδεία και των αγώνων για τη δημοκρατία που συνδέθηκαν με την προβολή του ακροτελεύτιου άρθρου του Συντάγματος, του 114: «Η τήρησις του παρόντος Συντάγματος αφιερούται εις τον πατριωτισμόν των Ελλήνων».

 

Βασική βιβλιογραφία:

Γιώργος Αλεξάτος, Ιστορικό λεξικό του ελληνικού εργατικού κινήματος – δ΄ έκδ. Κύμα 2017.

Χριστόφορος Βερναρδάκης – Γιάννης Μαυρής: Κόμματα και κοινωνικές συμμαχίες στην προδικτατορική Ελλάδα – Εξάντας 1991.

Κατερίνα Λαμπρινού: ΕΔΑ 1956-1967. Πολιτική και ιδεολογία – Πόλις 2017.

Ηλίας Νικολακόπουλος: Κόμματα και βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα 1946-1964 – ΕΚΚΕ 2000.

Ιωάννα Παπαθανασίου: Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά. Αρχείο 1951-1967 – Θεμέλιο 2001.

Τάσος Τρίκκας: ΕΔΑ 1951-1967. Το νέο πρόσωπο της Αριστεράς – 2 τόμοι, Θεμέλιο 2009.