Οι λόγοι που οδήγησαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη να προτείνει την Αικατερίνη Σακελλαροπούλου για την Προεδρία της Δημοκρατίας
Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι προτείνει την Αικατερίνη Σακελλαροπούλου ως υποψήφια πρόεδρο της Δημοκρατίας, μίλησε για μια υποψηφιότητα «ενωτική, υπερκομματική και προοδευτική».
Μάλιστα ο κ. Μητσοτάκης δεν παρέλειψε να αναφέρει πως η πρόεδρος του ΣτΕ δεν προέρχεται από το χώρο της ΝΔ.
Σημειώνεται δε, ότι η κα Σακελλαροπούλου έγινε πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας το 2018, επί διακυβέρνησης Αλέξη Τσίπρα και ΣΥΡΙΖΑ.
Ουσιαστικά ο κ. Μητσοτάκης επιλέγει τη μοναδική περίπτωση που θα μπορούσε δυνητικά (από τα ονόματα που είχαν κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα στο επίπεδο των σεναρίων και των πληροφοριών για τον υποψήφιο πρόεδρο) να ψηφίσει και ο ΣΥΡΙΖΑ και βεβαίως και αρκετά από τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως πχ το ΚΙΝΑΛ.
Άλλωστε ο κ. Μητσοτάκης δεν παρέλειψε να αναφέρει την εκλογή Τασούλα στην προεδρία της βουλής με 283 και το νόμο για την ψήφο των αποδήμων με 288 βουλευτές, θέτοντας υπό μία έννοια και τον πήχη για την εκλογή της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου.
Μουρμούρες
Στην πραγματικότητα με την υποψηφιότητα αυτή ο κ. Μητσοτάκης ξεμπλέκει με τις μικρότερες δυνατές μουρμούρες από άλλες υποψηφιότητες που δίχαζαν τη ΝΔ, καραμανλικούς και σαμαρικούς.
Από αυτή την κατηγορία δεν εξαιρείται ούτε ο απερχόμενος πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος για τον οποίο υπήρχε μερίδα βουλευτών της ΝΔ που δεν θα τον ψήφιζε αν προτεινόταν για δεύτερη θητεία.
Υπό μία έννοια ο κ. Μητσοτάκης κάνει την έκπληξη και δείχνει ότι δεν επιθυμεί να εκλέξει πρόεδρο Δημοκρατίας αποκλειστικά με τη συνεργασία ΝΔ και ΚΙΝΑΛ, και με το ΣΥΡΙΖΑ απέναντι του. Άλλωστε τα ονόματα -από το χώρο της κεντροαριστεράς με αναφορά στο ΠΑΣΟΚ και ιδίως το χώρο του εκσυγχρονισμού- δημιουργούσαν τριγμούς και ρωγμές στο εσωτερικό της ΝΔ, ενώ παράλληλα ήταν κόκκινο πανί για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ταυτόχρονα, με την επιλογή Σακελλαροπούλου, ο ΣΥΡΙΖΑ -που επιφυλάσσεται για την τελική του στάση- αν τελικά δεν ψηφίσει θα πρέπει να βρει κάποιο άλλο αφήγημα διαφορετικό από τη μέχρι τώρα κριτική του προς τον κ. Μητσοτάκη από τον οποίο ζητούσε να προκρίνει τη δεύτερη θητεία Παυλόπουλου.
Παράλληλα και το ΚΙΝΑΛ έρχεται σε πολύ δύσκολη θέση προκειμένου να τεκμηριώσει τυχόν διαφωνία του, καθώς ο κ. Μητσοτάκης έχει ανταποκριθεί κατά το ήμισυ στο αίτημα της Φώφης Γεννηματά που ζητούσε υποψήφιο πρόεδρο που δεν θα προέρχεται από το χώρο της ΝΔ.
Στην πραγματικότητα αυτό που πρέπει κανείς να συγκρατήσει από το διάγγελμα του κ. Μητσοτάκη είναι πως ο ίδιος επεσήμανε πως ο πρόεδρος της Δημοκρατίας ως θεσμός δεν έχει ουσιαστικές αρμοδιότητες.
Υπ’ αυτή την έννοια ο κ. Μητσοτάκης κάνει σαφές ότι επιλέγει να μην συγκρουστεί με την αντιπολίτευση και ιδίως με το ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα για ένα θέμα που επί της ουσίας δεν αφορά τους πολίτες, αλλά κυρίως αν όχι αποκλειστικά το πολιτικό προσωπικό της χώρας.
Αντίβαρο
Όμως την ίδια στιγμή ο κ. Μητσοτάκης σε επίπεδο συμβολισμών, προτείνοντας μια γυναίκα ως τη πρώτη πρόεδρο της Δημοκρατίας, επιχειρεί να καθησυχάσει κεντρώα, κεντροαριστερά, φιλελεύθερα και γενικά μετριοπαθή κοινά, τα οποία το τελευταίο διάστημα έβλεπαν και βλέπουν με σοβαρό προβληματισμό να κυριαρχούν δεξιές φωνές στην κυβέρνηση. Σκληρές δεξιές φωνές, πρακτικές και πολιτικές σε θέματα όπως η ασφάλεια, το προσφυγικό-μεταναστευτικό, στην παιδεία, στις σχέσεις εκκλησίας-κράτους ή να ανοίγουν λυμένα από χρόνια ζητήματα με σοβαρό ιδεολογικό και αξιακό φορτίο. Πρόσφατο παράδειγμα οι αμβλώσεις και οι κατάπτυστες αφίσες κατά των αμβλώσεων στο Μετρό, τις οποίες υποστήριξαν βουλευτές ακόμα και υπουργοί της ΝΔ.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ έχουν μέχρι στιγμής αποφύγει να τοποθετηθούν επί της ουσίας, ενώ ο Κυριάκος Βελόπουλος στη πρώτη του αντίδραση για την επιλογή Σακελλαροπούλου κατηγόρησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη ΝΔ για «αριστεροφοβία».
Στην πραγματικότητα ο κ. Μητσοτάκης με την κίνηση αυτή θέλει να στείλει το μήνυμα σε μερίδα των μετριοπαθών ψηφοφόρων του ότι υπάρχουν αντίβαρα στη σκληρή δεξιά του κόμματός του. Ταυτόχρονα όμως θέλει να δείξει ότι η κυβερνώσα παράταξη έχει πολύ μεγαλύτερο εύρος επιρροής. Διότι όσο και αν φαίνεται παράδοξο σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ ψηφίσει μαζί με τη ΝΔ την κα Σακελλαροπούλου, η επιλογή του κ. Μητσοτάκη δείχνει πρόθεση μακροπρόθεσμα να συμπιέσει κάθε τι ενδιάμεσο μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ και να ενισχύσει έναν συγκρουσιακό διπολισμό μεταξύ των δύο κομμάτων.