Brexit: Ο Τζέρεμι Κόρμπιν πάτησε σε δυο βάρκες και... πνίγηκε
Είναι εύκολο να αποδίδεις ευθύνες για ένα αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα, κατόπιν εορτής. Γιατί, προφανώς, η είδηση που θα πρέπει να μας απασχολήσει, σε ό,τι αφορά τις βρετανικές εκλογές, δεν ήταν η νίκη των Συντηρητικών αλλά η εκλογική πανωλεθρία του Τζέρεμι Κόρμπιν, που συγκέντρωσε τα χαμηλότερα ποσοστά για τους Εργατικούς από τη δεκαετία του ’30.
Καθώς, μάλιστα, ο απόηχος από το ράπισμα του αποτελέσματος φτάνει στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, αρκετοί θα σπεύσουν να ασκήσουν την ίδια κριτική στον υποψήφιο Μπέρνι Σάντερς. Αν ακολουθήσεις τα βήματα του Κόρμπιν, θα του πουν, θα μας προσφέρεις άλλη μια θητεία με τον Ντόναλντ Τραμπ. Έχουν δίκιο. Ποια ήταν, όμως, τα βήματα του Κόρμπιν που οδήγησαν στον όλεθρο;
Πριν ασχοληθούμε, είτε με την εκ δεξιών κριτική στον Κόρμπιν, που λέει ήταν πολύ ριζοσπάστης για τα δεδομένα της Βρετανίας, είτε με την εξ αριστερών κριτική, που λέει ότι δεν υποστήριξε με σθένος τις ιδέες του, πρέπει να αποδώσουμε τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ.
Ο Τζέρεμι Κόρμπιν δέχθηκε μια από τις καλύτερα ενορχηστρωμένες επιθέσεις προπαγάνδας που έχει αντιμετωπίσει Βρετανός πολιτικός, εδώ και τουλάχιστον έναν αιώνα. Καταρχήν, είχε απέναντί του, όχι μόνο το σύνολο των κυρίαρχων, συντηρητικών μέσων ενημέρωσης, αλλά και το υποτιθέμενα «αντικειμενικό» BBC (που έφτασε να τον παρουσιάζει σε φωτογραφίες σαν κομισάριο της Σοβιετικής Ένωσης). Κυρίως, όμως, δεχόταν συνεχώς πισώπλατες μαχαιριές από φιλελεύθερα ΜΜΕ, όπως ο Guardian, που δεν του συγχώρεσαν ποτέ ότι στο παρελθόν ασκούσε κριτική στην αγαπημένη τους Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εναντίον του Κόρμπιν στράφηκε και το βαθύ κράτος της Βρετανίας μέσω υπηρεσιών, όπως η διαβόητη MI5. Τα διευθυντικά στελέχη της μυστικής υπηρεσίας δεν έκρυψαν ποτέ το μίσος εναντίον του και έδωσαν πολλές ευκαιρίες στον Τύπο, να εξαπολύσει ανυπόστατες κατηγορίες ότι δεν ενδιαφέρεται για την ισλαμική απειλή, ή ότι στο παρελθόν υποστήριζε τρομοκρατικές οργανώσεις, σαν τον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό (IRA).
Εξίσου σημαντικός, όμως, ήταν και ο ρόλος που έπαιξε μια ξένη χώρα, παρεμβαίνοντας ανερυθρίαστα στις εκλογές. Όπως απέδειξε αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Al Jazeera, η πρεσβεία του Ισραήλ στο Λονδίνο είχε καθοριστικό ρόλο στο κυνήγι μαγισσών που ξεκίνησε εναντίον του Κόρμπιν, περί του υποτιθέμενου «αντισημιτισμού». Καθώς, ο ηγέτης των εργατικών δεν μάσησε ποτέ τα λόγια του για τα εγκλήματα που πραγματοποιεί το κράτος του Ισραήλ (σε αντίθεση με αρκετούς «αριστερούς» ομοϊδεάτες του στη Μεσόγειο), βρέθηκε στο στόχαστρο μιας διεθνούς εκστρατείας σπίλωσης. Δεν είναι, φυσικά, τυχαίο, ότι το αντίστοιχο ρεπορτάζ που είχε προετοιμάσει το Al Jazeera για τον ρόλο που παίζει το Ισραήλ στην αμερικανική πολιτική σκηνή, δεν μεταδόθηκε ποτέ, αφού θα αποκάλυπτε, ποια είναι πραγματικά η χώρα που παρεμβαίνει με ωμό τρόπο στα εσωτερικά των συμμάχων της.
Τελευταίο, αλλά όχι ήσσονος σημασίας, όπως λένε οι φίλοι μας οι Βρετανοί, ήταν το χτύπημα από το εσωτερικό των Εργατικών. Οι λεγόμενοι Blairites, ένα συνονθύλευμα εξτρεμιστών νεοφιλελεύθερων και πρώην εγκληματιών πολέμου, οι οποίοι συνασπίζονταν γύρω από τον Τόνι Μπλερ από την εποχή της εισβολής και κατάληψης στο Ιράκ, δεν μπορούσαν να ανεχθούν, ότι ο Κόρμπιν τους πήρε την ηγεσία του κόμματος μέσα από τα χέρια και, μάλιστα, με σχεδόν αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Κανένας στη Βρετανία δεν έδωσε μεγαλύτερη μάχη υπέρ του Μπόρις Τζόνσον και των Συντηρητικών από τη δεξιά πτέρυγα των Εργατικών.
Όλες αυτές οι επισημάνσεις, όμως, δεν μπορούν να αποτελέσουν συγχωροχάρτι για την εκλογική ταπείνωση του Τζέρεμι Κόρμπιν. Γιατί, πολύ απλά, ο ηγέτης των Εργατικών υπέπεσε στο μεγαλύτερο ατόπημα που μπορεί να πραγματοποιήσει ένας πολιτικός σε μια δημοκρατία: πρόδωσε την εντολή του εκλογικού σώματος.
Όπως έχουμε ξαναγράψει σε αυτή η στήλη, οι Βρετανοί είχαν ψηφίσει Brexit στο δημοψήφισμα και εννοούσαν Brexit. Η απόφαση του Κόρμπιν, ύστερα από ασφυκτικές ομολογουμένως πιέσεις, να δώσει το «πράσινο φως» για τη διεξαγωγή και δεύτερου δημοψηφίσματος, αποτελούσε ευθεία αμφισβήτηση της λαϊκής βούλησης. Μια σειρά αριστερών συμβούλων και συνοδοιπόρων, που ίσως ξεκινούν από τον Γιάνη Βαρουφάκη και σίγουρα φτάνουν μέχρι τον Όουεν Τζόουνς (τον συντάκτη του Guardian που επινόησε τον όρο Lexit, για μια αριστερή έξοδο από την Ε.Ε., αλλά, τελικά, κατέληξε να στηρίζει φανατικά την παραμονή στην Ένωση) τον έπεισαν για το αντίθετο. Προφανώς, η ψήφος για το Brexit είχε λάβει δεξιά και εθνικιστικά χαρακτηριστικά (γιατί η Βρετανική αριστερά είχε από καιρό εγκαταλείψει τη μάχη). Αυτό δεν δικαιολογεί, όμως, την προδοσία των ψηφοφόρων.
Ο αναλυτής Αντίτια Τσακραμπόρτι του Guardian, λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες στη Βρετανία, κατάφερε να σκιαγραφήσει την ψυχή των τεσσάρων εκατομμυρίων ψηφοφόρων των Εργατικών, οι οποίοι το 2016 είχαν ψηφίσει για την έξοδο από την Ε.Ε. Συνάντησε ταπεινωμένους ανθρώπους, που άκουγαν συνεχώς από τον φιλελεύθερο Τύπο και τους χιπστεροπροοδευτικούς του Λονδίνου ότι είναι «ηλίθιοι», «αμόρφωτοι» και δεν κατάλαβαν τι ψήφισαν. Τους είδε σε ουρές συσσιτίων, να συντηρούν τις οικογένειές τους με ένα γεύμα την ημέρα. Δεν ήταν ξενοφοβικοί, ούτε φασίστες, αλλά έβλεπαν στο πρόσωπο της Ε.Ε. μια αντανάκλαση των δυνάμεων που προκαλούν όλα τα δεινά τους.
Είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στους πολιτικούς του Λονδίνου, ήδη από την εποχή της Θάτσερ. Και, ύστερα, είδαν τους ίδιους πολιτικούς να διασώζουν το τραπεζικό σύστημα με το κολοσσιαίο ποσό του 1,2 τρισεκατομμυρίων στερλίνων – με χρήματα δηλαδή των Βρετανών φορολογούμενων. Αυτοί οι ψηφοφόροι δεν θα μπορούσαν να συγχωρέσουν ποτέ τον Τζέρεμι Κόρμπιν για τις συμμαχίες του με τους πολιτικούς του Remain, ακόμη και αν η επιλογή του Μπόρις Τζόνσιν θα σημάνει την οριστική ασφυξία τους.
Η Δεξιά, σε όλο τον κόσμο, έχει αποδείξει ότι μπορεί να αμφισβητεί τη θέληση των πολιτών. Άλλοτε, το κάνει στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας, με τη βοήθεια των ΜΜΕ και με μορφές οικονομικής πολιτικής και, άλλοτε, το κάνει πραξικοπηματικά, κατεβάζοντας τις ερπύστριες των αρμάτων μάχης.
Η Αριστερά δεν είχε ποτέ τέτοιες «πολυτέλειες».